ΟΔΗΓΟΣ: Πως θα γίνει η ρύθμιση υπερχρεωμένων
Δευτέρα, 25 Νοέμβριος 2024 01:24
Αρχίζει από την , 4 Ιανουαρίου 2011, η εφαρμογή του νόμου «για τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων». Οι υπερχρεωμένοι πολίτες, καταναλωτές και επαγγελματίες, οι οποίοι έχουν αποδεδειγμένη μόνιμη αδυναμία να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους, μπορούν πλέον να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και να επιτύχουν τη ρύθμιση, με βάση τις πραγματικές τους δυνατότητες, ενός μέρους των χρεών τους για τέσσερα έτη και, εφόσον ανταποκριθούν στη ρύθμιση, να απαλλαγούν από το υπόλοιπο των χρεών τους.
Η σχετική αίτηση για ρύθμιση των οφειλών μπορεί να κατατίθεται από 4.1.2011 στο Ειρηνοδικείο του τόπου όπου κατοικεί ο υπερχρεωμένος και ευρισκόμενος σε μόνιμη αδυναμία να ανταποκριθεί σε ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις. Σε ρύθμιση υπάγονται τόσο οι οφειλές που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, όσο και αυτές που ακόμη εξυπηρετούνται. Απαραίτητη προϋπόθεση για την προσφυγή στο δικαστήριο είναι να έχει πραγματοποιηθεί κατά το τελευταίο εξάμηνο πριν από την υποβολή της αίτησης στο δικαστήριο προσπάθεια επίτευξης εξωδικαστικού συμβιβασμού με τους πιστωτές και να έχει αυτή αποτύχει.
Όπως είναι γνωστό, οι διατάξεις του νόμου για τον εξωδικαστικό συμβιβασμό έχουν τεθεί σε εφαρμογή ήδη από την 1η Σεπτεμβρίου 2010. Σε αυτή τη φάση, η ρύθμιση των οφειλών των φυσικών προσώπων που έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής δεν εξαρτάται από την προθυμία ή τη σύμφωνη γνώμη των πιστωτών ή πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι κινήσεις που πρέπει να κάνει ο οφειλέτης είναι: Κατάθεση αίτησης ενώπιον του Ειρηνοδικείου η οποία πρέπει να περιέχει:
α) έκθεση της μόνιμης αδυναμίας του οφειλέτη να πληρώσει ληξιπρόθεσμες οφειλές,
β) κατάσταση της περιουσίας του και των πάσης φύσεως εισοδημάτων του ίδιου και της συζύγου του,
γ) κατάσταση των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και
δ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, που να λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και σε συσχέτιση τα συμφέροντα των πιστωτών και την περιουσία, τα εισοδήματα και την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη.
Με την αίτηση ή το αργότερο εντός μηνός από την υποβολή της, ο οφειλέτης πρέπει να προσκομίσει τη βεβαίωση για την αποτυχία του εξωδικαστικού συμβιβασμού, υπεύθυνη δήλωση για την ορθότητα των στοιχείων που δηλώνει και τα πάσης φύσεως έγγραφα που αποδεικνύουν τις οφειλές του. Στο Ειρηνοδικείο γίνεται μία νέα προσπάθεια συμβιβασμού και, σε περίπτωση αποτυχίας αυτής, τότε προχωρά η εξέταση από το δικαστήριο . Συγκεκριμένα, σε ένα μήνα από την υποβολή της αίτησης στο δικαστήριο, ο οφειλέτης επιδίδει στους πιστωτές του την αίτηση με τον προσδιορισμό δικασίμου, την κατάσταση της υπάρχουσας περιουσίας και των εισοδημάτων του και το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών. Οι πιστωτές καλούνται να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους και να δηλώσουν αν συμφωνούν ή όχι στο σχέδιο εντός δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης. Σε περίπτωση που δεν επέρχεται συμφωνία και εντός 15 ημερών από την πάροδο του διμήνου, ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει τροποποιημένο σχέδιο, στο οποίο οι πιστωτές οφείλουν να απαντήσουν εντός των επόμενων είκοσι ημερών.
Εφόσον οι πιστωτές δεν πάρουν θέση επί του σχεδίου εντός των προθεσμιών, τεκμαίρεται ότι αποδέχονται το σχέδιο. Ο δικαστικός συμβιβασμός μπορεί να επιτευχθεί και αν δεν συμφωνούν όλοι οι πιστωτές. Αρκεί να συμφωνούν οι πιστωτές με το ήμισυ τουλάχιστον του συνολικού ποσού των απαιτήσεων. Προϋπόθεση να συμφωνούν οι πιστωτές που έχουν εξασφαλισμένες απαιτήσεις.
Εφόσον δεν επιτευχθεί δικαστικός συμβιβασμός, σύμφωνα με τα παραπάνω, ακολουθεί, στη δικάσιμο που έχει οριστεί, η συζήτηση της αίτησης, κατά την οποία το δικαστήριο ελέγχει τη συνδρομή των προϋποθέσεων για τη ρύθμιση των χρεών και ιδίως εάν υπάρχει μόνιμη αδυναμία για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Εφόσον υφίστανται οι προϋποθέσεις, το δικαστήριο εκδίδει απόφαση, με την οποία υποχρεώνει τον οφειλέτη να καταβάλει μηνιαίως το ποσό που αυτό καθορίζει για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών. Το ύψος των μηνιαίων καταβολών καθορίζεται από το δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματα του οφειλέτη, τη δυνατότητα συνεισφοράς του συζύγου και σταθμίζοντας αυτά με τις βιοτικές ανάγκες του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογενείας του. Εφόσον παρέλθουν τα τέσσερα έτη και έχει τηρήσει ο οφειλέτης τις υποχρεώσεις του, επέρχεται απαλλαγή από το υπόλοιπο των χρεών.
Σε περίπτωση ρύθμισης οφειλών διατάσσεται η ρευστοποίηση της ακίνητης περιουσίας, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο για την ικανοποίηση των πιστωτών. Ο οφειλέτης, όμως, μπορεί να εξαιρέσει από τη ρευστοποίηση και να «σώσει» την πρώτη ή την μοναδική του κατοικία. Στην περίπτωση αυτή, αναλαμβάνει να εξοφλήσει ένα πρόσθετο μέρος των χρεών που ανέρχεται μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας της σε χρονικό διάστημα μέχρι είκοσι έτη και με το ευνοϊκό επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου. Μετά την κατάθεση της αίτησης ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει, με τη διαδικασία των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, την παύση των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης (πλειστηριασμού) που βρίσκονται σε εξέλιξη ή με τα οποία απειλείται ο οφειλέτης. Για την αναστολή αρκεί να πιθανολογηθεί η ευδοκίμηση της αίτησης για ρύθμιση των χρεών. Πάντως, ειδικά για την περίπτωση της κύριας ή μοναδικής κατοικίας του οφειλέτη προβλέπεται η απαγόρευση των πλειστηριασμών έως την 03.02.2011, η οποία προθεσμία θα παραταθεί έως την 30.06.2011 με τροπολογία που θα κατατεθεί στη Βουλή.