«Τα στοιχεία της κεντρικής τράπεζας αλλοιώνουν την πραγματική εικόνα της αγοράς καθώς, εμφανίζουν ένα «φουσκωμένο» αριθμό συναλλαγών που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα». Με αυτό τον τρόπο σχολίασε κορυφαίος οικονομικός αναλυτής τα στοιχεία που δόθηκαν στην δημοσιότητα και τα οποία αφορούν τα στοιχεία των συναλλαγών.
«Τα στοιχεία που προέρχονται από τις τράπεζες περιλαμβάνουν: αναχρηματοδοτήσεις και επανεκτιμήσεις ο αριθμός των οποίων έχει εκτιναχθεί στα ύψη . Στην πραγματικότητα οι εκτιμήσεις που έχουν γίνει προκειμένου να χορηγηθούν δάνεια με τα οποία θα γίνει αγορά δεν ξεπερνά το 25% του συνόλου . Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο αριθμός των πραγματικών αγορών που πραγματοποιήθηκαν στη διάρκεια του εννεάμηνου σε καμία περίπτωση δεν ξεπερνούν τις 10.000 που θα πρέπει να είναι αρνητικό ρεκόρ».
Υπενθυμίζεται από την χθεσινή ανακοίνωση της κεντρικής τράπεζας προκύπτει ότι ,σε ολόκληρο το 2010, ο αριθμός των συναλλαγών αυτών έφθασε τις 74,5 χιλιάδες (οριστικά στοιχεία), καταγράφοντας μικρή μείωση, κατά 0,2%, έναντι του προηγούμενου έτους (2009: 74,6 χιλιάδες). Στους 9 μήνες του 2012 οι συνολικές συναλλαγές είναι 33.500. Από την άλλη πλευρά, οικονομικοί αναλυτές εμφανίζουν φέτος τις αγορές να μη ξεπεράσουν τις 15.000 και αυτό αφορά φυσικά σε καινούργιες και υφιστάμενες κατοικίες. Εκτιμάται μάλιστα ότι αθροιστικά φέτος η μείωση των συναλλαγών θα κινηθεί το 40%, ένα εντυπωσιακό ποσοστό που οφείλεται στο «πάγωμα» των αγοραπωλησιών εξαιτίας της μείωσης της τραπεζικής χρηματοδότησης αλλά και της αδυναμίας των πολιτών να προχωρήσουν σε αγορές. Παράλληλα, το κακό οικονομικό κλίμα επιδεινώθηκε μέσα στο 2011 ενώ επικρατεί και απαισιοδοξία στα νοικοκυριά που αναβάλλουν οποιοδήποτε σχέδιο για αγορές.
«Στην πραγματικότητα, αν χρησιμοποιηθούν τα στοιχεία αυτά η πτώση μπορεί να αποδειχθεί μεγαλύτερη αφού, το ποσοστό των επανεκτιμήσεων συνεχώς αυξάνεται λόγω της ανόδου των στεγαστικών δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση» , σχολίαζαν χαρακτηριστικά επισημαίνοντας μάλιστα την ανακολουθία που υπάρχει «μεταξύ του όγκου του αποθέματος των αδιάθετων νέων κατοικιών και των συναλλαγών που εμφανίζεται ότι πραγματοποιούνται, καθώς αν τα στοιχεία απεικόνιζαν την πραγματικότητα της αγοράς τότε το απόθεμα θα έπρεπε να έχει περιοριστεί κάτω από τις 100.000 κατοικίες.»