Πίσω από το δράμα της οικοδομής και της αγοράς ακινήτων πάντα βρίσκονται ανθρώπινες ιστορίες. Τις περισσότερες φορές, ακόμα και οι δημοσιογράφοι βολεύονται να κρύβονται πίσω από τους αριθμούς και να αγνοούν το γεγονός ότι πίσω από τις στατιστικές κρύβονται άνθρωποι με οικογένειες ,με δουλειές και με όνειρα που ξαφνικά βρέθηκαν σε μία δίνη για την οποία δεν είχαν καθόλου ευθύνες. Οι δημοσιογράφοι του realestatenews.gr, τους τελευταίους μήνες έχουν ξεκινήσει μία μεγάλη έρευνα με θέμα «Οι άνθρωποι πίσω από την κρίση». Καταγράφουν ιστορίες ανθρώπων από τους οποίους προήλθαν οι στατιστικές της φρίκης.
Ιστορία Νο 1
Σε ένα νησί των Κυκλάδων , την δεκαετία του ΄80 ένας οικοδόμος, τότε 30αρης ,αποφάσισε να κάνει το μεγάλο άλμα. Αγόρασε ξυλεία και άρχισε τις εργολαβίες. Στην αρχή μικρά σπίτια ντόπιων. Στην συνέχεια , μικρά εξοχικά και κάπου στα τα τέλη της δεκαετίας του ΄90 ξεκίνησε την κατασκευή συγκροτημάτων εξοχικών κατοικιών. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 , πήρε το γιό του στην δουλειά . Ανήσυχο πνεύμα ο νεαρός προσπάθησε να ανοίξει τις ξένες αγορές. Πήγε στην έκθεση της MIPIM στις Κάννες, καλούσε στο νησί για αφιερώματα, δημοσιογράφους ξένων περιοδικών πληρώνοντας από τη τσέπη και δεν δίσταζε να χρηματοδοτήσει προωθητικές καμπάνιες έχοντας ως γνώμονα την άποψη ότι όσοι περισσότεροι μαθαίνουν το νησί τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να πουλήσει. Περί τα μέσα της δεκαετίας του 2000, επεκτάθηκε σε διπλανά νησιά. Έκανε και εκεί μικρά συγκροτήματα ελπίζοντας ότι μαθαίνοντας τις αγορές , θα γίνει καταρχήν αποδεκτός από τις τοπικές κοινωνίες και στη συνέχεια ακολουθώντας την ίδια προωθητική και εμπορική πολιτική θα κατόρθωνε να κάνει την εταιρία του πρότυπο . Το 2008, απασχολούσε συνεργεία με πάνω από 150 ανθρώπους. Κτίστες, σοβατζήδες, ηλεκτρολόγους … Όταν η κρίση εμφανίστηκε δεν απελπίστηκε. Όμως απομακρύνθηκε από τις αγορές των άλλων νησιών και περιορίστηκε στην δική του. Ζήτησε την βοήθεια του δήμου και των συναδέλφων του για να ξεκινήσει μία καμπάνια προώθησης του νησιού. Παντού άρνηση. Πριν δύο εβδομάδες, ανακοίνωσε στους φίλους του ότι απασχολεί πλέον 10 ανθρώπους αλλά και για αυτούς υπάρχει δουλειά μέχρι τον Ιούνιο . Επίσης είπε ότι εφεξήςι περιορίζει στο ελάχιστο την δραστηριότητα στην οικοδομή καθώς θα στραφεί στον κλάδο της ψυχαγωγίας. Οι 140 εργαζόμενοι του απλώς κάνουν σποραδικά μεροκάματα ενώ πολλοί από τους αλλοδαπούς εγκατέλειψαν το νησί.
Ιστορια Νο 2
Ήταν βιοτέχνης, στο χώρο της ένδυσης. Σε δύο ορόφους , σε μία πολυκατοικία στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας ,έραβε χιλιάδες πουκάμισα που εφοδίαζαν μαγαζιά στην περιφέρεια αλλά και αραβικές κυρίως χώρες. Η κρίση στην βιοτεχνία ρούχων τον είχε επηρεάσει αλλά δεν το είχε γονατίσει. Έβαλε τα παιδιά στη δουλειά και άρχισε να καλοβλέπει το εμπόριο. Το διπλανό κτίριο, ένα εγκαταλελειμμένο νεοκλασικό πολλών εκατοντάδων τετραγωνικών του είχε μπει στο μάτι. Βρήκε τον ιδιοκτήτη , και προσπάθησε να το αγοράσει. Αυτός αρνήθηκε και τότε του έκανε μία πρόταση: Θα νοίκιαζε το ακίνητο άμεσα, θα χρηματοδοτούσε την ανακατασκευή και για 20 χρόνια θα πλήρωνε ένα συμβολικό ενοίκιο . Πόνταρε στην άνετη χρηματοδότηση από τις τράπεζες που τον κυνηγούσαν να πάρει δάνεια. Το 2008, ξεκίνησε τις εργασίες. Όμως , ένα αγκάθι τον τριβέλιζε. Δύο τετράγωνα πιο κάτω , εκδίδονταν οι πόρνες από τη Νιγηρία και από άλλες αφρικανικές χώρες ενώ 100 μέτρα πιο πέρα η πιάτσα της ηρωίνης μεγάλωνε. Πήγε σε ένα βουλευτή της Αθήνας, στον αντιδήμαρχο αλλά και στο διοικητή του τοπικού αστυνομικού τμήματος . Όλοι το καθησύχαζαν ότι σύντομα θα αρχίσουν οι αστυνομικές εξορμήσεις που θα «καθάριζαν» την περιοχή. Το φθινόπωρο του 2009 έκανε τα εγκαίνια ενός μικρού εμπορικού κέντρου με επώνυμα ρούχα. Εκείνη την στιγμή έδινε δουλειά σε περισσότερους από 80 ανθρώπους. Οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά. Οι άνθρωποι προτιμούσαν να ψωνίζουν στα μεγάλα εμπορικά κέντρα, ενώ φοβόντουσαν να κατέβουν το απόγευμα στο κέντρο όπου ο συνδυασμός πορνείας και ναρκωτικών είχε πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Και δεν έφταναν όλα αυτά. ¨Ένα πρωί, ο διευθυντής της τράπεζας του ανακοίνωσε ότι αυξάνει το περιθώριο και περιορίζει 30% την χρηματοδότηση. Τότε ξεκίνησε η κατρακύλα. Σε λιγότερο από ένα χρόνο , το όνειρο έγινε εφιάλτης. Το εμπορικό πολυκατάστημα έκλεισε, ο ιδιοκτήτης του ακινήτου διεκδικεί μισθώματα ετών, και ο βιοτέχνης αναζητεί μισθωτή για τον ένα από τους δύο ορόφους της βιοτεχνίας που εν τω μεταξύ πρόλαβε και την μεταβίβασε στα παιδιά του .