Λιγοστές πιθανότητες υλοποίησης εκτιμούν φορείς της αγοράς ακινήτων, ότι έχει η επιχειρούμενη εκμετάλλευση της νησίδας Αλιμνιά από τον δήμο της Χάλκης, στην προσπάθεια του τελευταίου να αντλήσει έσοδα για την κάλυψη των αναγκών του και ταυτόχρονα να προστατεύσει τη νησίδα, η οποία όντας ακατοίκητη από το 1966 και δεχόμενη κάθε καλοκαίρι εκατοντάδες τουρίστες (ημερήσιες κρουαζιέρες κ.ο.κ.) υφίσταται τον κίνδυνο περιβαλλοντικής υποβάθμισης. Η περίπτωση της Αλιμνιάς, που είναι επιφάνειας 7.200 στρεμμάτων και βρίσκεται μεταξύ της Χάλκης και της Ρόδου, βέβαια δεν είναι η μοναδική, αλλά μία ακόμα από τις πολλές που έχουν δει το φως της δημοσιότητας τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο της τουριστικής εκμετάλλευσης νησιών, ιδιωτικών ή δημόσιων. Η δημοτική αρχή ξεκίνησε τη διαδικασία για την εύρεση επενδυτών στα τέλη του προηγούμενου έτους, με στόχο μια ήπια τουριστική ανάπτυξη, η οποία θα διασφάλιζε την προστασία του νησιού, καθώς ο ιδιώτης θα αναλάμβανε όλα τα έξοδα φύλαξης και διαχείρισης. Ωστόσο μέχρι σήμερα και παρά το έντονο ενδιαφέρον κυρίως από ιταλικά, αλλά και τουρκικά συμφέροντα (π.χ. όμιλος Κοτς), η πρόοδος είναι αμελητέα. Κύριο εμπόδιο είναι το γεγονός ότι η Αλιμνιά έχει χαρακτηριστεί, από το 2000, από το υπουργείο Αιγαίου περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Κατόπιν αυτού, στο νησί επιτρέπεται μόνο η αναστήλωση, επισκευή και αποκατάσταση υφιστάμενων κτισμάτων και υπαρχουσών υποδομών.
Υπενθυμίζεται ότι στο νησί απαντώνται ορισμένα κτίσματα, κυρίως από την εποχή της ιταλικής κατοχής των Δωδεκανήσων, τα οποία υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για τη δημιουργία ξενώνων. Ωστόσο, οι περιορισμοί είναι πολλαπλοί, καθώς βάσει της υπουργικής απόφασης του 2000, η οποιαδήποτε κατασκευή νέων κτισμάτων επιτρέπεται μόνο εφόσον αυτά είναι προσαρμοσμένα στο περιβάλλον και εξυπηρετούν ανάγκες εθνικής άμυνας, αρχαιολογίας, επιστημονικής έρευνας και λόγους προστασίας και διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος. Οπως αντιλαμβάνεται κάποιος, κανένας από τους παραπάνω λόγους δεν εμπίπτει στην κατηγορία της ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, δείγμα των δυσκολιών που αντιμετωπίζει ο δήμος της Χάλκης.
Επιπλέον, όπως φάνηκε και από τις αντιδράσεις κομμάτων και φορέων, μόλις έγινε γνωστός ο σχεδιασμός του δήμου, κάθε σχετική απόπειρα θα οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια σε προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ). Ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζουν και οι ιδιώτες ιδιοκτήτες νησιών, οι οποίοι αδυνατούν τις περισσότερες φορές να ολοκληρώσουν την πώληση της περιουσίας τους, παρά το σημαντικό επενδυτικό ενδιαφέρον. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι κάτοχοι νησιών τα έχουν κληρονομήσει και δεν είναι σε θέση να αντέξουν το φορολογικό βάρος τόσο μεγάλων εκτάσεων γης, γι’ αυτό και επιθυμούν την πώλησή τους. Ετσι, οι ζητούμενες τιμές έχουν μειωθεί τουλάχιστον κατά 20% την τελευταία διετία, με στόχο την προσέλκυση περισσότερων «τολμηρών» αγοραστών, δεδομένου ότι οι πολυδαίδαλες πολεοδομικές διατάξεις και η γραφειοκρατία ζουν και βασιλεύουν, σε ό,τι αφορά μια πιθανή τουριστική αξιοποίηση/εκμετάλλευση ενός ιδιωτικού νησιού. Ο σημαντικός όγκος εγγράφων, πιστοποιητικών και αδειών που απαιτούνται για τη μεταβίβαση τέτοιων ακινήτων αποτελεί και τον βασικότερο λόγο που την τελευταία διετία οι αγοραπωλησίες ιδιωτικών νησιών στην Ελλάδα έχουν εκλείψει, καθώς οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές αποθαρρύνονται σύντομα.