Οι ΗΠΑ βρίσκονται σε τροχιά εκλογών για την εκλογή αντιπροσώπων στο Κογκρέσο. Με τον Μπαράκ Ομπάμα να προσπαθεί να κερδίσει τα δύο σώματα του Κογκρέσου,αυτό της Γερουσίας και της Βουλής, το θέμα της φορολογίας βρίσκεται για μία ακόμα φορά στο επίκεντρο της συζήτησης.
Με απλά λόγια, η αντιπαράθεσης των Δημοκρατικών με τους Ρεπουμπλικάνους πάνω στη φορολόγηση είναι η εξής: οι Δημοκρατικοί θέλουν αύξηση της φορολογίας για να προωθήσουν κοινωνικά προγράμματα ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι μείωση, για να τονώσουν την επιχειρηματικότητα και τον πλούτο.
Συγεκριμένα, οι Ρεπουμπλικάνοι θεωρούν ότι οι φόροι μπορούν να αυξηθούν μόνο αε περίπτωση που υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος και πολύ σημαντικός σκοπός σε τομείς όπως η εθνική ασφάλεια ή η εγκληματικότητα.
Απλοποιημένη, η βασική πολιτική θεωρία τους έγκειται στο ότι τα χρήματα που θα φορολογηθούν είναι χρήματα που τα έχουν κερδίσει οι αμερικανοί πολίτες και δεν μπορεί να τα ξοδέψει η κυβέρνηση αφού δεν είναι δικά της. Επίσης, μειωμένη φορολογία σημαίνει περισσότερα χρήματα προς επένδυση και ως εκ τούτου ανάπτυξη της οικονομίας. Είναι η επικρατούσα νεοφιλελεύθερη αντίληψη της οικονομίας που συναντά το παραδοσιακό σκληροπυρηνικό ακροατήριο της δεξιάς Αμερικής.
Αντιθέτως, οι Δημοκρατικοί και σε αυτές τις εκλογές είναι υπέρ της αύξησης της φορολογίας για μεγαλύτερες ομοσπονδιακές επενδύσεις και παροχές, καθώς θεωρούν ότι έτσι θα τονωθεί η οικονομία. Υπέρμαχοι μία νεοκεϋνσιανής πολιτικής, οι Δημοκρατικοί στηρίζουν την πολιτική του Ομπάμα, ο οποίος σκέφτεται να επιχειρήσει μεγαλύτερη φορολογία για το μεγάλο κεφάλαιο.
Οι αντιδράσεις για τη πολιτική του Ομπάμα είναι μεγάλες στην Αμερική. Με το Ρεπουμπλικανικό κόμμα να πηγαίνει ακόμα πιο δεξιά, ο πρόεδρος των ΗΠΑ βρίσκεται αντιμέτωπος με τη συντηρητική Αμερική και οι δημοσκοπήσεις δεν τον ευνοούν.