Στην αγορά γραφείων της πρωτεύουσας, η ζήτηση παραμένει χαμηλή, την ίδια στιγμή που η προσφορά συνεχώς αυξάνεται, όχι λόγω της ανάπτυξης νέων γραφείων, αλλά λόγω της συρρίκνωσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας, που έχει ως αποτέλεσμα την εκκένωση σημαντικών επιφανειών γραφείων. Επιπλέον, μεγάλο μέρος της προσφοράς αυτής αφορά διαμερίσματα που έχουν μετατραπεί σε γραφεία και επομένως δεν μπορούν να φιλοξενήσουν εταιρείες, παρά μόνο ελεύθερους επαγγελματίες (π.χ. γιατρούς, δικηγόρους κ.ο.κ.). Ειδικότερα, στον άξονα της Λ. Κηφισίας, η ζήτηση προέρχεται πλέον από εταιρείες μεγάλου μεγέθους που επιθυμούν να επανατοποθετηθούν σε νέα κτίρια, αλλά με τιμές ενοικίασης αισθητά χαμηλότερες από τα σημερινά επίπεδα. Η τάση είναι να γίνονται συμφωνίες σε τιμές των 10 - 12 ευρώ/τ.μ. μηνιαίως, για χώρους της τάξεως των 2.000 - 3.000 τ.μ., ανάλογα με το μέγεθος της εκάστοτε εταιρείας. Σε γενικές γραμμές, παρά το γεγονός ότι η Λ. Κηφισίας παραμένει ο δημοφιλέστερες προορισμός για ενοικίαση γραφείων, η πλειονότητα των ζητούμενων τιμών κυμαίνεται μεταξύ 9 και 12 ευρώ/τ.μ., ενώ υπάρχουν και περιπτώσεις παλαιότερων γραφειακών χώρων που μισθώνονται κάτω από 9 ευρώ/τ.μ. σε μηνιαία βάση. Στον αντίποδα, στα ελάχιστα γραφεία υψηλής ποιότητας, δύσκολα καταγράφονται μισθώσεις σε επίπεδο άνω των 15 ευρώ/τ.μ. Οσον αφορά την αγορά γραφείων της Νότιας Αθήνας (άξονες Συγγρού, Ποσειδώνος και Βουλιαγμένης),παρουσιάζει σταθερή εικόνα. Το ποσοστό κενών γραφείων υψηλής ποιότητας στη Λ. Συγγρού διαμορφώνεται σε 12%-15% του συνολικού αποθέματος. Οσον αφορά το ύψος των ενοικίων, κινείται μεταξύ 11-13 ευρώ/τ.μ. μηνιαίως. Αντίστοιχα, στη Λ. Βουλιαγμένης, τα κενά γραφεία αγγίζουν το 18%-20% του συνόλου, ενώ, στα δευτερεύουσας ποιότητας γραφεία της ευρύτερης περιοχής των νοτίων προαστίων, το ποσοστό των κενών επιφανειών ξεπερνά το 20%.