Επιδείνωση των συνθηκών στην πραγματική οικονομία, αλλά και των δημοσιονομικών στοιχείων προβλέπει το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) στην δεύτερη έκθεσή του για την ελληνική οικονομία το 2012. Σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας η ολοκλήρωση της δεύτερης εκλογικής διαδικασίας με το σχηματισμό κυβέρνησης, επιτρέπει την εξασθένιση της αβεβαιότητας που είχε προκληθεί ήδη πριν τις πρώτες εκλογές από τη ρευστότητα γύρω από το εκλογικό αποτέλεσμα, τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης και τις προτεραιότητες-στρατηγικές της χώρας σε πολιτικό επίπεδο. Αυτή η αβεβαιότητα κλμακώθηκε ύστερα από τη μη συγκρότηση κυβέρνησης μετά τις πρώτες εκλογές. Τα αρκετά πιο σαφή χαρακτηριστικά του μετεκλογικού περιβάλλοντος διευκολύνουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά στον προγραμματισμό τους. Ωστόσο, η ένταση των παραγόντων που προκάλεσαν την υψηλή ύφεση του πρώτου τριμήνου παραμένει ισχυρή, ενώ δεν αποκλείεται περαιτέρω ενδυνάμωση ορισμένων εξ’ αυτών.
Δεδομένων των παραπάνω, η συνέχιση και κλιμάκωση της πτώσης της εγχώριας καταναλωτικής ζήτησης, αναμένεται να αποτελέσει τον πλέον καθοριστικό παράγοντα της πορείας του ΑΕΠ στην Ελλάδα στο υπόλοιπο του 2012. Οι καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών, προβλέπεται να δεχθούν πρόσθετες πιέσεις, προερχόμενες, όπως είχε προε-ξοφληθεί στην προηγουμένη τριμη-νιαία έκθεση, κυρίως από τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας (συνεχής άνοδος ανεργίας, πτώση αμοιβών, μετά και τις ρυθμίσεις για το μισθολογικό κόστος στο δεύτερο μνημόνιο). Ο περαιτέρω περιορισμός του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών θα προέλθει και από την εφαρμογή των μετατεθειμένων χρονικά περικοπών στις συντάξεις, καθώς και από τυχόν νέα εισοδηματικά μέτρα που θα ληφθούν κατά τις προσεχείς διαπραγματεύσεις με την τρόικα για το τρέχον έτος (πχ. περικοπές ειδικών μισθολογίων). Σε ότι αφορά το σκέλος των καταναλωτικών δαπανών που προέχεται από το δημόσιο τομέα, η ήπια περιστολή τους στις αρχές του 2012 θα κλιμακωθεί στη συνέχεια της χρονιάς, προκειμένου να αποφευχθεί σημαντική απόκλιση σε αυτό το σκέλος του προϋπολογισμού από το στόχο που έχει τεθεί.
Σε ότι αφορά την επενδυτική δραστηριότητα, το ιδιαίτερα δυσμενές επενδυτικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί από τις αρχές του έτους εξαιτίας κυρίως των πολυκύμαντων διαπραγματεύσεων για το δεύτερο μνημόνιο και το PSI, αλλά και λόγω των αβεβαιοτήτων κατά την περίοδο των εκλογών, που ήδη αποτυπώθηκε στην κατακόρυφη πτώση των επενδύσεων στο τρίμηνο Ιανουαρίου-Μαρτίου, εκτιμάται ότι θα αμβλυνθεί στο δεύτερο εξάμηνο του έτους. Με την ολοκλήρωση των εκλογικών διαδικασιών, πέρα από την άρση των σχετικών επιφυλάξεων, δίνονται οι δυνατότητες αξιοποίησης θετικών εξελίξεων και αλλαγών στο επιχειρηματικό και στο επενδυτικό περιβάλλον που έχουν λάβει χώρα σε πολλά επίπεδα και ακόμα δεν έχουν αποδώσει (εφαρμογή πρόσφατων νόμων-αποφάσεων για τη διευκόλυνση-στήριξη επενδυτικών πρωτοβουλιών, περάτωση εκκρεμών αδειοδοτικών διαδικασιών για μεγάλα επενδυτικά σχέδια, προώθηση-ολοκλήρωση αποκρατικοποιήσεων, πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων του δεύτερου μνημονίου που ευνοούν τις επενδύσεις (πχ. ολοκλήρωση περιφερειακών πολεοδομικών σχεδίων).
Οι επιδράσεις αυτών των παραγόντων αναμένεται να μετριάσουν το άσχημο επενδυτικό κλίμα της προηγούμενης περιόδου και να τονώσουν την επενδυτική δραστηριότητα, περιορίζοντας τις απώλειες. Στην πλευρά του εξωτερικού τομέα της οικονομίας, η σημειούμενη νέα βελτίωση του ισοζυγίου στις αρχές του έτους, θα συνεχιστεί στη διάρκεια του 2012, πρωτίστως λόγω της συρρίκνωσης της ζήτησης για εισαγωγές, που εκτιμάται ότι θα εξασθενήσει περαιτέρω. Η τάση μείωσης του ελλείμματος του εξωτερικού τομέα μάλλον θα διακοπεί μόνο στο τρίτο τρίμηνο, ως αποτέλεσμα της σαφώς χαμηλότερης έλευσης ξένων τουριστών στην Ελλάδα σε σχέση με το περυσινό καλοκαίρι. Συνισταμένη των τάσεων που περιγράφηκαν στις βασικές συνιστώσες του ΑΕΠ αποτελεί η επιδείνωση της πρόβλεψης για την ύφεση της ελληνικής οικονομίας το 2012 σε σχέση με την προηγούμενη έκθεση του ΙΟΒΕ, που πλέον αναμένεται να διαμορφωθεί στην περιοχή του 6,9%. Το ΙΟΒΕ σημειώνει πως σύμφωνα με τα στοιχεία για την υλοποίηση του Κρατικού Προϋπολογισμού στο πρώτο πεντάμηνο του 2012, το έλλειμμά του έφθασε τα 10,9 δισ. ευρώ, μέγεθος που είναι περίπου 2 δισ. ευρώ χαμηλότερο σε σχέση με το στόχο που είχε τεθεί για τη συγκεκριμένη περίοδο, αλλά κατά σχεδόν 460 εκ. υψηλότερο από ότι πέρυσι. Ωστόσο, σημειώνει πως η συνέχιση των υστερήσεων στο υπόλοιπο του έτους μπορεί να οδηγήσει σε απόκλιση των εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού της τάξης του 1,5% του ΑΕΠ (3 δισ. ευρώ). Στο σκέλος των δαπανών, οι σημειούμενες υπερβάσεις στις κοινωνικές δαπάνες, ιδίως στις επιχορηγήσεις προς τα ασφαλιστικά ταμεία, αντισταθμίζονται εν μέρει, προς το παρόν, από την καλύτερη της προβλεπόμενης (βάσει στόχων) πορεία των δαπανών για μισθούς και συντάξεις, το μεγαλύτερο περιορισμό των χρηματοδοτήσεων στους ΟΤΑ και τη συγκράτηση των δαπανών του ΠΔΕ.
Όμως, κρίνεται ιδιαίτερα αμφίβολη η συνέχιση των δύο τελευταίων περικοπών στο υπόλοιπο του έτους. Επιπλέον, η επιτευχθείσα μείωση δαπανών στο πεντάμηνο Ιανουαρίου-Μαΐου υπολείπεται του στόχου που έχει τεθεί στον προϋπολογισμό. Με τα έως τώρα δεδομένα, η υπέρβαση του ελλείμματος του Κρατικού Προϋπολογισμού εκτιμάται ότι μπορεί να φθάσει τα 4,5 δισ. ευρώ. Από την άλλη πλευρά, οι υστερήσεις που παρουσιάζονται στην πλευρά των εσόδων οφείλονται και σε παρατάσεις προθεσμιών-μεταθέσεις πληρωμών, όπως στην παράταση υποβολής φορολογικών δηλώσεων και ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών, στην καθυστέρηση πληρωμής του ΕΤΑΚ, του ΦΜΑΠ και του ΦΑΠ, καθώς και του τέλους ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών. Επίσης, η περιστολή των δαπανών θα ήταν ευρύτερη, εφόσον δεν είχαν μετατεθεί χρονικά οι περικοπές στις συντάξεις, κύριες και επικουρικές, που περιλαμβάνονται στο δεύτερο μνημόνιο και έγιναν με το νόμο 4051/2012. Αναφορικά με την ανεργία το ΙΟΒΕ σημειώνει πως η έκταση της νέας επιδείνωσης, που προήλθε από την προσαρμογή που έκαναν οι επιχειρήσεις στο ανθρώπινο δυναμικό τους μετά την απότομη κλιμάκωση της ύφεσης στα τέλη της περασμένης χρονιάς, αντανακλάται κυρίως στο γεγονός ότι η άνοδος της ανεργίας προήλθε από την κάθετη πτώση της απασχόλησης κατά 8,5%. Σε ότι αφορά τις βραχυπρόθεσμες εξελίξεις, η συνέχιση της υποχώρησης της εγχώριας ζήτησης από τις αρχές του τρέχοντος έτους με υψηλό ρυθμό στο υπόλοιπο του 2012, αναμένεται να πλήξει περαιτέρω την απασχόληση. Υπό την επίδραση των παραγόντων που αναλύθηκαν, το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να διαμορφωθεί το 2012 στην περιοχή του 23,6%.
Τέλος, για τον πληθωρισμό σημειώνει πως υποχώρησε στο πρώτο πεντάμηνο του έτους από το 2,3% τον Ιανουάριο στο 1,4% τον Μάιο, με το μέσο επίπεδό του στη συγκεκριμένη περίοδο να διαμορφώνεται στο 1,9%, σχεδόν 2,5 εκατοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από το αντίστοιχο του 2012. Η επιβράδυνσή του προήλθε κυρίως από την εξασθένιση της εγχώριας ζήτησης, ωστόσο είναι μάλλον αναντίστοιχη της μείωσής της. Όπως σημειώνεται ανασχετικά στην κάμψη του πληθωρισμού λειτούργησαν εξωγενείς στη ζήτηση παράγοντες, όπως η αύξηση των τιμών φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος, καθώς επίσης οι υψηλές διεθνείς τιμές πετρελαίου μέχρι και τον Απρίλιο και εισαγόμενων πρώτων υλών. Όμως, υπογραμμίζει το ΙΟΒΕ, στην ήπια αποκλιμάκωσή του εκτιμάται ότι συνέτειναν και οι στρεβλώσεις που εξακολουθούν να υπάρχουν σε πολλές αγορές στην Ελλάδα. «Η φθίνουσα εγχώρια ζήτηση θα συνεχίσει να επενεργεί επιβραδυντικά τον πληθωρισμό τουλάχιστον μέχρι τις αρχές του φθινοπώρου, όταν θα επιδράσει αντίρροπα στην υποχώρησή του η εξίσωση του ειδικού φόρου στο πετρέλαιο θέρμανσης και κίνησης, που ενδεχομένως θα την ανακόψει. Συνεκτιμώντας τις παραπάνω επιδράσεις, ο πληθωρισμός προβλέπεται να κινηθεί το 2012 κοντά στο 1,5%», τονίζεται στην έκθεση.