Πως θα εφαρμοστεί η εισοδηματική πολιτική
Παρασκευή, 22 Νοέμβριος 2024 09:38
Οδηγίες για την υλοποίηση της εισοδηματικής πολιτικής του 2010 δίνει με επείγουσα εγκύκλιό του το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Η εισοδηματική πολιτική προβλέπει, μεταξύ άλλων, περικοπές του 13ου και του 14ου μισθού κατά 30%, καθώς και επιδομάτων κατά 12%.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της εγκυκλίου:
ΕΞ.ΕΠΕΙΓΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
Αθήνα, 1/4/2010 ΓΕΝ ΓΡΑΜ. ΔΗΜ/ΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ Αρ.Πρωτ. 2/14924/0022 ΓΕΝΙΚΟ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΜΙΣΘΩΝ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ: 22ηΜισθολογίου
ΠΡΟΣ: Ως πίνακας αποδεκτών
Ταχ.Δ/νση: Πανεπιστημίου 37 101 65 – Αθήνα
Τηλέφωνα: Α΄ ΤΜΗΜΑ 33 38 401 - 402 - Υπουργεία -403 - 404 Περιφέρειες 33 38 478 , 218
33 38 422 Β΄ ΤΜΗΜΑ 33 38 391, 392 ΟΤΑ -33 38 477, 227 ΝΠΔΔ Προσωπικό 33 38 418, 419, Ιδιωτικού Δικαίου Γ΄ ΤΜΗΜΑ 33 38 350, 351 Ειδικά 33 38 237 Μισθολόγια
ΘΕΜΑ:«Παροχή οδηγιών για την υλοποίηση εισοδηματικής πολιτικής έτους 2010».
Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 1,2,3,6,7,8 και 9 του νόμου 3833/2010 (ΦΕΚ 40 Α), «Προστασία της εθνικής οικονομίας – Επείγοντα μέτρα για την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης», προκειμένου να ενημερωθείτε και να προβείτε στις απαραίτητες ενέργειες για την εφαρμογή τους.
Για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των ρυθμίσεων του ανωτέρω νόμου, κρίνεται σκόπιμο να τονισθούν τα εξής:
Επί του άρθρου 1
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1, τα έξοδα παράστασης του Προέδρου της Δημοκρατίας, όπως καθορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 565/1977 (Α΄ 85) καθώς και του Προέδρου της Κυβέρνησης, του Προέδρου της Βουλής, του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, των Υπουργών και των Υφυπουργών, όπως καθορίζονται με την αριθ.70025/1929/5-6-1979 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, που κυρώθηκε με το άρθρο 55 του ν.1249/1982 (Α΄43), μειώνονται, από 1-1-2010, κατά ποσοστό δώδεκα τοις εκατό (12%).
2. α. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2, τα πάσης φύσεως επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη προβλεπόμενα, των λειτουργών και υπαλλήλων του Δημοσίου, των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ν.Π.Δ.Δ.) και των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), των μόνιμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και αντιστοίχων της Ελληνικής Αστυνομίας καθώς και του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος μειώνονται, από 1-1-2010, κατά ποσοστό δώδεκα τοις εκατό (12%). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, η ανωτέρω μείωση θα πραγματοποιηθεί σε όλα τα επιδόματα πρώην ειδικών λογαριασμών, στο επίδομα υπηρεσίας αλλοδαπής, στο ειδικό επιμίσθιο των εκπαιδευτικών για υπηρεσία στην αλλοδαπή, στα έξοδα κίνησης των υπαλλήλων των ΟΤΑ α΄ βαθμού, στη μηνιαία αποζημίωση για οδοιπορικά έξοδα των υπαλλήλων που διατίθενται στα γραφεία βουλευτών, στο επίδομα πληροφορικής, στο επίδομα θέσης ευθύνης, στο επίδομα προβληματικών και παραμεθορίων περιοχών, στο νοσοκομειακό και τροφής, στην προσωπική διαφορά των 176 €, στην προσωπική διαφορά λόγω υπηρεσιακών μεταβολών, στα επιδόματα των ειδικών μισθολογίων, των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών και των Ειδικών Υπηρεσιών Διαχείρισης και γενικότερα σε όσα δεν εξαιρούνται ρητά από τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νόμου. Στην ανωτέρω μείωση δεν υπόκειται η αποζημίωση του άρθρου 16 του ν. 3205/2003. β. Με τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου ορίζεται ότι, τα επιδόματα εορτών Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας μειώνονται έκαστο σε ποσοστό 30% αντίστοιχα. γ. Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των παρ. 2 και 4, οι ανωτέρω μειώσεις (12% και 30%) εφαρμόζονται και για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου (αορίστου και ορισμένου χρόνου, συμπεριλαμβανομένων και των δικηγόρων με σύμβαση έμμισθης εντολής) του Δημοσίου, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ, των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας και του Πυροσβεστικού και Λιμενικού Σώματος, που μισθοδοτούνται με τις διατάξεις του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ 297 Α), με εξαίρεση τους εργαζόμενους με σύμβαση μίσθωσης έργου. Για όσους από το προσωπικό αυτό δεν μισθοδοτούνται με τις ανωτέρω διατάξεις, αλλά με διαφορετικό τρόπο, μέσω συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή διαιτητικών αποφάσεων ή κ.υ.α., εφαρμόζονται οι ανωτέρω μειώσεις, ενώ εξαιρούνται από τη μείωση του 12% τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση ή την υπηρεσιακή εξέλιξη (χρονοεπίδομα, τριετίες – πολυετίες) καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους ή το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Ειδικά, εάν στο ανωτέρω προσωπικό δεν καταβάλλονται επιδόματα, αποζημιώσεις και λοιπές παροχές, αλλά μόνο ένας ενιαίος μηνιαίος μισθός (π.χ. 1000 € ή 1.500 € ή 2000 € κ.λ.π.), τότε ο συνολικός αυτός μισθός θα μειωθεί κατά 7% και όχι κατά 12%. δ. Το επίδομα των δικαστικών λειτουργών, της παρ. Α3 του άρθρου 30 του ν. 3205/2003, για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των υποθέσεων, καθώς και για την αντιστάθμιση δαπανών στις οποίες υποβάλλονται κατά την άσκηση του λειτουργήματός τους (δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης, οργάνωση γραφείου), καθώς και το επίδομα των μελών του Ν.Σ.Κ., της παρ. Α3 του άρθρου 33 του ν.3205/2003, για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διεκπεραίωση των υποστηριζόμενων ενώπιον των δικαστηρίων υποθέσεων του Δημοσίου και ΝΠΔΔ, καθώς και για την αντιστάθμιση δαπανών, στις οποίες υποβάλλονται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως αυτά ισχύουν σήμερα, μειώνονται σε ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).
ε. Όλες οι ανωτέρω μειώσεις υπολογίζονται επί των μεικτών (ακαθάριστων αποδοχών) ποσών και στη μισθοδοτική κατάσταση θα εμφανίζονται τα νέα ποσά, όπως αυτά διαμορφώνονται μετά τη σχετική μείωση. Οι ανωτέρω μειώσεις, εφόσον δεν έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι την κοινοποίηση της παρούσας, θα πραγματοποιηθούν υποχρεωτικά με την αμέσως επόμενη μισθοδοσία.
3. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3, από τη μείωση της παρ. 2 του ίδιου άρθρου εξαιρούνται τα εξής επιδόματα: α. οικογενειακής παροχής [άρθρο 11 παρ.1, 30 και 33 παρ. Α4 , 35 παρ. Α5, 36 και 37 παρ. 2 ε, 38 παρ. 3 δ, 40, 41 και 42 παρ. 2 δ, 44 παρ. Α5, 47 παρ. Α4, 49 παρ. 3 ε, 51 παρ. Α2 του ν. 3205/2003, άρθρο 16 παρ. 2ε του ν. 3432/2006 (ΦΕΚ 14 Α), άρθρο 12 παρ. 2ε του ν. 3413/2005 (ΦΕΚ 278 Α), άρθρο 11 παρ. 2ε του ν. 3450/2006 (ΦΕΚ 64 Α), άρθρο 26 παρ. 2ε του ν.3585/2007 (ΦΕΚ 148 Α)]. β. Χρόνου υπηρεσίας [(άρθρο 30 και 33 παρ. Α1 35 παρ. Α1, 36 και 37 παρ. 2α, 38 παρ. 3α, 40, 41 και 42 παρ. 2α, 44 παρ. Α1, 47 παρ. Α1, 48 παρ. 2α, 49 παρ. 3α και 51 παρ. Α1 του ν. 3205/2003, άρθρο 16 παρ. 2α του ν. 3432/2006, άρθρο 12 παρ. 2α του ν. 3413/2005, άρθρο 11 παρ. 2α του ν. 3450/2006, άρθρο 26 παρ. 2α του ν.3585/2007)]. γ. Εφημεριών (άρθρο 45 του ν. 3205/2003). δ. Ραδιενέργειας (άρθρο 8 παρ. Α16 και άρθρο 38 παρ. 3ε του ν. 3205/2003). ε. Ειδικής απασχόλησης (άρθρο 8 παρ. Α6 περ. α του ν. 3205/2003).
Επισημαίνεται ότι μειώνεται το επίδομα ειδικής απασχόλησης των περ. β και γ της παρ. Α6 του άρθρου 8, για το εποπτικό προσωπικό καθαριότητας, τεχνικό προσωπικό κ.λ.π., καθώς και για το λοιπό προσωπικό (διοικητικοί υπάλληλοι), το οποίο πλέον διαμορφώνεται στο ποσό των 132 € για την περ. β και στο ποσό των 96,80 € για την περίπτωση γ.
στ. Ειδικών συνθηκών εργασίας (άρθρο 8, παρ. Α11 του ν. 3205/2003). ζ. Επικίνδυνης εργασίας [άρθρο 78 του ν. 3421/2005 (ΦΕΚ 302 Α)]. η. Καταδυτικό [άρθρο 23, παρ. 3 του ν. 3511/2006 (ΦΕΚ 258 Α)]. θ. Αναπηρίας και κινδύνου [άρθρο 3, παρ. 2 του ν.2448/1996 (ΦΕΚ 279 Α)].
ι. Μεταπτυχιακών σπουδών (άρθρο 8 παρ. Α1 περ. α και β, 30 παρ. 2, άρθρο 33 παρ. 2, άρθρο 35 παρ. 2, άρθρο 37 παρ. 10, άρθρο 39 παρ. 1β, άρθρο 44 παρ. 2, άρθρο 47 παρ. 2, άρθρο 48 παρ. 2β , άρθρο 49 παρ. 3β του ν. 3205/2003, άρθρο 11 παρ. 4 του ν. 3450/2006 [ΦΕΚ 64 Α], άρθρο 16 παρ. 8 του ν. 3432/2006 [ΦΕΚ 14 Α]).
ια. Αποφοίτων Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης (άρθρο 8 παρ. Α2 του ν. 3205/2003) και αποφοίτων Εθνικής Σχολής Τοπικής Αυτοδιοίκησης (άρθρο 8 παρ. 2 του ν. 3670/2008 [ΦΕΚ 117 Α]). ιβ. Κίνητρο απόδοσης (άρθρο 12 παρ. 1 και 47 παρ. Α3 του ν. 3205/2003). Επισημαίνεται ότι από την προβλεπόμενη μείωση εξαιρούνται και όλα τα προνοιακά επιδόματα.
4. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5, οι πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα, αποζημιώσεις και αμοιβές γενικά, καθώς και τα με οποιαδήποτε άλλη ονομασία οριζόμενα και από οποιαδήποτε γενική ή ειδική διάταξη νόμου, ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητική απόφαση ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία προβλεπόμενα, των εργαζομένων χωρίς εξαίρεση, σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) που ανήκουν στο Κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. και σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται, σύμφωνα με τον οργανισμό τους, τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του Προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του
ν.3429/2005 (Α 314) ή δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια των εν λόγω παραγράφων του ανωτέρω άρθρου και νόμου (3429/2005), ακόμη και εάν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή του νόμου αυτού (3429/2005), ανεξαρτήτως του τρόπου αμοιβής τους, μειώνονται κατά ποσοστό επτά τοις εκατό (7%), με εξαίρεση τα επιδόματα των Χριστουγέννων, Πάσχα και αδείας, τα οποία μειώνονται, έκαστο, κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) αντίστοιχα. Από τη μείωση του 7% εξαιρούνται τα επιδόματα που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση (επιδόματα συζύγου – τέκνων) ή την υπηρεσιακή εξέλιξη (χρονοεπίδομα, τριετίες – πολυετίες), καθώς και τα συνδεόμενα με το ανθυγιεινό ή επικίνδυνο της εργασίας τους (επιδόματα ανθυγιεινά ή επικίνδυνης εργασίας) και το μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών τους. Στην περίπτωση που τα ανωτέρω αναφερόμενα επιδόματα υπολογίζονται σε ποσοστό επί του βασικού μισθού του υπαλλήλου, αυτά θα καταβάλλονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί κατά την 31-12-2009. Οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 του ίδιου άρθρου κατισχύουν κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης ή ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας.
5. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6, η μείωση κατά 7%, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νόμου, έχει εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα των Ο.Τ.Α., τους Διοικητές, Υποδιοικητές, Προέδρους, Αντιπροέδρους των ΝΠΔΔ, τους Προέδρους, Αντιπροέδρους και τα μέλη των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών καθώς και τους Προέδρους, Αντιπροέδρους, Διευθύνοντες Συμβούλους και εκτελεστικά μέλη Διοικητικού Συμβουλίου (ΔΣ) των ΝΠΙΔ, που ανήκουν στο Κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. και σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται, σύμφωνα με τον οργανισμό τους, τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του Προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν.3429/2005 ή δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια των εν λόγω παραγράφων του ανωτέρω άρθρου και νόμου (3429/2005), ακόμη και αν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή του νόμου αυτού (3429/2005). Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση που τα ανωτέρω αιρετά όργανα είναι λειτουργοί ή υπάλληλοι και επιλέξουν τις αποδοχές της οργανικής τους θέσης, τότε θα πραγματοποιείται η μείωση που προβλέπεται για τις αποδοχές αυτές.
6. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 7, οι αποζημιώσεις που καταβάλλονται στα μέλη των συλλογικών οργάνων διοίκησης των ΝΠΔΔ και στα μέλη των ΔΣ των ΝΠΙΔ, λόγω της συμμετοχής τους σε αυτά, μειώνονται κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης νόμου, ή απόφασης οποιουδήποτε οργάνου διοίκησης του νομικού προσώπου. Διευκρινίζεται ότι η μείωση αυτή είναι πέραν των λοιπών μειώσεων των παρ. 5 και 6 του άρθρου 1 του κοινοποιούμενου νόμου, που εφαρμόζεται στους ανωτέρω.
7. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 8, οι ρυθμίσεις των παραγράφων 5, 6 και 7, δεν εφαρμόζονται στις εταιρείες που υπάγονται στο Κεφάλαιο Β΄ του ν.3429/2005, εφόσον το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα της παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ίδιου νόμου, κατέχουν μόνα τους ή από κοινού με το Δημόσιο, ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου μικρότερο του πενήντα τοις εκατό (50%), καθώς και στις Τράπεζες.
8. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 9, τα ποσά που προκύπτουν από τη μείωση που προβλέπεται στο άρθρο 1 του κοινοποιούμενου νόμου, και αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2010 μέχρι την εφαρμογή του
νόμου αυτού, παρακρατούνται από τη μισθοδοσία των επόμενων της ψήφισης του νόμου αυτού, μηνών ως εξής: (α) για ποσά μέχρι εκατόν πενήντα ευρώ (€150) εφάπαξ, (β) για ποσά μέχρι τριακόσια ευρώ (€300) σε δύο ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (γ) για ποσά μέχρι εξακόσια ευρώ (€600) σε τέσσερις ισόποσες μηνιαίες δόσεις, (δ) για ποσά μέχρι χίλια ευρώ (€1.000) σε έξι ισόποσες μηνιαίες δόσεις και (ε) για ποσά άνω των χιλίων ευρώ (€1.000) σε οκτώ ισόποσες μηνιαίες δόσεις και μέχρι 31-12-2010. Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω ποσά αναφέρονται σε αυτά που προκύπτουν, από τις μεικτές αποδοχές αφαιρουμένων των κρατήσεων, που έχει λάβει ο υπάλληλος. Τα οφειλόμενα ποσά που προκύπτουν από την ανωτέρω μείωση θα παρακρατούνται από τους οικείους κωδικούς. Στην περίπτωση που τα ανωτέρω ποσά πρέπει να παρακρατηθούν σε περισσότερες από μία δόσεις, τότε η παρακράτηση θα πραγματοποιηθεί αναλογικά από τους οικείους κωδικούς. Στην περίπτωση που, κατά το χρόνο της παρακράτησης δεν υπάρχει αντίστοιχος κωδικός (π.χ. καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης μόνο για τους δύο πρώτους μήνες) η παρακράτηση θα πραγματοποιηθεί από τον ΚΑΕ του βασικού μισθού. Στην περίπτωση που λειτουργός, υπάλληλος ή στρατιωτικός αποχώρησε από την υπηρεσία λόγω συνταξιοδότησης και έχει εισπράξει αποδοχές, στις οποίες δεν έχει εφαρμοσθεί η προβλεπόμενη από τις διατάξεις του κοινοποιούμενου νόμου μείωση, τα σχετικά αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά θα παρακρατηθούν συμψηφιστικά, με τις ανωτέρω δόσεις από τη σύνταξή του ή σε περίπτωση μεταβίβασης αυτής, από τη σύνταξη των μελών της οικογένειάς του. Η παρακράτηση γίνεται με πράξη του αρμόδιου Διευθυντή Συντάξεων, ύστερα από σχετική βεβαίωση του εκκαθαριστή αποδοχών, για το ποσό που καταβλήθηκε επιπλέον.
Επί του άρθρου 2
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1, από 1-3-2010, οι πάσης φύσεως μεικτές αποδοχές, αποζημιώσεις και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές εν γένει, που καταβάλλονται στους λειτουργούς ή υπαλλήλους ή μισθωτούς (συμπεριλαμβανομένων και των Γενικών Γραμματέων Υπουργείων και Περιφερειών, των Ειδικών Γραμματέων Υπουργείων και των λοιπών μετακλητών υπαλλήλων), με σχέση εργασίας δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., των Ενόπλων Δυνάμεων, της Ελληνικής Αστυνομίας, του Πυροσβεστικού και του Λιμενικού Σώματος, απαγορεύεται να υπερβαίνουν τις μεικτές μηνιαίες αποδοχές Γενικού Γραμματέα Υπουργείου, όπως αυτές κάθε φορά καθορίζονται, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή παροχή, η αναλογία επιδομάτων εορτών και αδείας και τα επιδόματα των παραγράφων 7, 8 και 9 του άρθρου 12 του ν.3205/2003. Το ποσό αυτό διαμορφώνεται στο ύψος των 5.981,40 ευρώ. Για τον υπολογισμό του ανωτάτου ορίου αποδοχών των ανωτέρω δεν συνυπολογίζεται το επίδομα για υπηρεσία στην αλλοδαπή, όπως προβλέπεται από τις κάθε φορά ισχύουσες διατάξεις. Αντιθέτως, συνυπολογίζονται, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου αποζημιώσεις από υπερωριακή απασχόληση, συμμετοχή σε συλλογικά όργανα ή συντάξιμες αποδοχές.
2. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2, οι διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου και νόμου, έχουν εφαρμογή και για τα αιρετά όργανα των
Ο.Τ.Α., τους Διοικητές, Υποδιοικητές, Προέδρους, Αντιπροέδρους και τα μέλη των συλλογικών οργάνων διοίκησης των ΝΠΔΔ, τους Προέδρους, Αντιπροέδρους και τα μέλη των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, τους Προέδρους, Αντιπροέδρους, Διευθύνοντες Συμβούλους και τα μέλη Διοικητικών Συμβουλίων καθώς και στο πάσης φύσεως προσωπικό των ΝΠΙΔ, που ανήκουν στο Κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. και σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται, σύμφωνα με τον οργανισμό τους, τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του Προϋπολογισμού τους ή είναι δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ν.3429/2005 ή δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες πληρούν τα κριτήρια των εν λόγω παραγράφων του ανωτέρω άρθρου και νόμου (3429/2005), ακόμη και αν έχουν εξαιρεθεί από την εφαρμογή του νόμου αυτού (3429/2005). Κατόπιν των ανωτέρω, οι πάσης φύσεως μεικτές αποδοχές και απολαβές όλων των ανωτέρω δεν μπορούν να υπερβαίνουν το ποσό των 5.981,40 ευρώ. Εξαιρούνται οι εταιρείες που υπάγονται στο Κεφάλαιο Β΄ του ν.3429/2005, εφόσον το Δημόσιο ή τα νομικά πρόσωπα των παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 1 του ίδιου νόμου, κατέχουν μόνα τους ή από κοινού, ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου μικρότερο του πενήντα τοις εκατό (50%), οι Τράπεζες, καθώς και οι εταιρείες, στις οποίες το Δημόσιο αν και πλειοψηφών μέτοχος, δεν ασκεί την διοίκηση και διαχείριση τους.
3. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού, επιτρέπεται υπέρβαση του ορίου που καθορίζεται στην παράγραφο 1 και μέχρι ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%), ανάλογα με τα ειδικά προσόντα ή τις ειδικές συνθήκες απασχόλησης, στον Πρόεδρο και στον Αντιπρόεδρο Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής, στον Διοικητή και στον Πρόεδρο ΝΠΔΔ και μέχρι του διπλάσιου του ορίου της παρ. 1, στον Πρόεδρο ή στον Διευθύνοντα Σύμβουλο ΝΠΙΔ.
4. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4, από το όριο που ορίζεται στην παράγραφο 1 εξαιρούνται: α) οι εν ενεργεία δικαστικοί λειτουργοί και το εν ενεργεία κύριο προσωπικό του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), για τους οποίους ως ανώτατο όριο μεικτών αποδοχών και πρόσθετων αμοιβών ή απολαβών, ορίζονται, από 1-1-2010, οι εκάστοτε μεικτές αποδοχές του Προέδρου του Αρείου Πάγου χωρίς οικογενειακή παροχή (8.594,40 €) β) οι εν ενεργεία γιατροί του ΕΣΥ, για τους οποίους ως όριο ορίζεται, από 1-1¬2010, το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 παρ. 1 του ν.3808/2009 (ΦΕΚ 227 Α’)
(6.196,89 €).
5. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5, από 1-3-2010, καταργείται κάθε γενική ή ειδική διάταξη νόμου, ή ρήτρα ή όρος συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης ή ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνίας, που καθορίζει αποδοχές και πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές που υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που ορίζεται στις προηγούμενες παραγράφους. Αποδοχές, πρόσθετες αμοιβές ή απολαβές που υπερβαίνουν το ανώτατο όριο των διατάξεων του άρθρου 2, αναπροσαρμόζονται, από 1-3¬2010, αυτοδίκαια στο αντίστοιχο όριο.
Επί του άρθρου 3
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1, από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου και μέχρι 31.12.2010, απαγορεύεται η συνομολόγηση καθώς και η χορήγηση ή η καταβολή με οποιονδήποτε τρόπο και για
οποιονδήποτε λόγο, αυξήσεων στις κάθε είδους, φύσεως και ονομασίας αποδοχές των λειτουργών, υπαλλήλων και εργαζομένων κατά την ίδια χρονική περίοδο και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, στο Δημόσιο εν γένει, τα ΝΠΔΔ, τους ΟΤΑ καθώς και τα ΝΠΙΔ, που ανήκουν στο Κράτος, σε Ν.Π.Δ.Δ. και σε Ο.Τ.Α. ή επιχορηγούνται, σύμφωνα με τον οργανισμό τους, τακτικά από τον Κρατικό Προϋπολογισμό σε ποσοστό τουλάχιστον 50% του Προϋπολογισμού τους και στις δημόσιες επιχειρήσεις που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής των άρθρων 1 παρ. 5 και 2 παρ. 2 πέραν των συνολικών αποδοχών που καταβάλλονται κατά τη δημοσίευση του ίδιου νόμου, όπως οι αποδοχές αυτές αναπροσαρμόζονται με την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 1 και 2 του νόμου αυτού.
2. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2, η απαγόρευση αυτή: (α) καλύπτει κάθε συνομολόγηση αυξήσεων που γίνεται με γενική ή ειδική διάταξη νόμου ή ρήτρα ή όρο συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης, υπουργικής απόφασης ή οποιουδήποτε είδους διοικητικής πράξης κανονιστικού χαρακτήρα, ή με ατομική σύμβαση εργασίας ή συμφωνία, (β) ισχύει για όλους τους εργαζόμενους χωρίς εξαίρεση, στους φορείς της προηγούμενης παραγράφου, που συνδέονται είτε με σχέση δημοσίου δικαίου είτε με σύμβαση ή σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, (γ) καλύπτει κάθε είδους αύξηση στις αποδοχές των εργαζομένων, δηλαδή τους μισθούς, τα ημερομίσθια, τα ωρομίσθια, τα επιδόματα, τα βοηθήματα, τα μπόνους ή τις οποιεσδήποτε άλλες παροχές προς αυτούς, κατά οποιονδήποτε τρόπο και με οποιαδήποτε μορφή ή ονομασία επιχειρείται, είτε με αύξηση υφιστάμενων είτε με θέσπιση ή συνομολόγηση νέων τέτοιων αποδοχών ή παροχών.
3. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3, από τις ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων εξαιρούνται μόνο οι ήδη προβλεπόμενες από νόμο, κανονιστική πράξη, συλλογική σύμβαση εργασίας, διαιτητική απόφαση, καταστατικό ή κανονισμό εργασίας, αυξήσεις αποδοχών, που συνδέονται με την οικογενειακή κατάσταση (επίδομα συζύγου και τέκνων) ή τη μισθολογική και υπηρεσιακή εξέλιξη (αυξήσεις βασικών μισθών, χρονοεπίδομα, τριετίες – πολυετίες) των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.
4. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4, πάσης φύσεως αποδοχές που καταβάλλονται κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 3 του κοινοποιούμενου νόμου, αναζητούνται υποχρεωτικώς. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού και ύστερα από ακρόαση των ενδιαφερομένων, παύονται από τα καθήκοντά τους ο Διοικητής ή Πρόεδρος, ο Διευθύνων Σύμβουλος και τα μέλη του ΔΣ των φορέων που υπάγονται στις ρυθμίσεις του άρθρου αυτού, οι οποίοι δεν εφαρμόζουν τις διατάξεις του.
5. Τέλος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 5, κάθε διάταξη νόμου και κάθε διάταξη, όρος ή ρήτρα συλλογικής σύμβασης εργασίας, διαιτητικής απόφασης, υπουργικής απόφασης ή οποιουδήποτε είδους διοικητικής πράξης κανονιστικού χαρακτήρα καθώς και κάθε όρος ατομικής σύμβασης εργασίας ή συμφωνία που αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 1, 2 και 3 του κοινοποιούμενου νόμου, καταργούνται.
Επί του άρθρου 6
1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 αντικαθίσταται το τέταρτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003 και από 1-3-2010 το ανώτατο όριο των ωρών απογευματινής υπερωριακής εργασίας δεν μπορεί να υπερβαίνει τις σαράντα (40) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο από εξήντα (60), που ίσχυε μέχρι 28-2-2010. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 6 του
κοινοποιούμενου νόμου, όρια που έχουν καθορισθεί με υπουργικές αποφάσεις ή άλλο τρόπο σε διαφορετικό (μεγαλύτερο) ύψος από αυτά που προβλέπονται στην παρ. 1, αναπροσαρμόζονται στα όρια αυτά. Κατόπιν αυτών, στην περίπτωση που έχουν εκδοθεί αποφάσεις που προβλέπουν αριθμό ωρών απογευματινής υπερωριακής απασχόλησης μεγαλύτερο των 40, αυτός από, 1-3-2010, αυτομάτως περιορίζεται μέχρι του νέου ορίου (40 ώρες).
2. Με τις διατάξεις της παρ. 2, η περίπτωση α και το πρώτο και δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης β της παραγράφου 2 του άρθρου 16 του ν. 3205/2003, αντικαθίστανται ως εξής :
«α. Εξήντα (60) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο των Γραφείων του Προέδρου της Δημοκρατίας, του Προέδρου και Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, των Υπουργών, των Αναπληρωτών Υπουργών, των Υφυπουργών, της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, καθώς και των Γραφείων των Βουλευτών, των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου των Πολιτικών Κομμάτων και του Γραφείου Επιτρόπου στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για απογευματινή απασχόληση. Στην περίπτωση απασχόλησης κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες και νυκτερινές ώρες, μπορεί να χορηγηθούν μέχρι τριάντα (30) ώρες για εξαιρέσιμες ημέρες και είκοσι (20) ώρες για νυκτερινή εργασία μέσα στο όριο των εξήντα (60) ωρών.
β. Πενήντα (50) ώρες μηνιαίως ανά υπάλληλο των Γραφείων των Γενικών
Γραμματέων Υπουργείων, των Ειδικών Γραμματέων και των Διοικητών και των Υποδιοικητών των Ασφαλιστικών Οργανισμών, για απογευματινή απασχόληση. Στην περίπτωση απασχόλησης κατά τις εξαιρέσιμες ημέρες και νυκτερινές ώρες, μπορεί να χορηγηθούν μέχρι είκοσι (20) ώρες για εξαιρέσιμες ημέρες και δεκαπέντε (15) ώρες για νυκτερινή εργασία μέσα στο όριο των πενήντα (50) ωρών».
Κατόπιν αυτών το ανώτατο όριο των ωρών υπερωριακής απασχόλησης, για τους ανωτέρω υπαλλήλους, μειώνεται από τις μέχρι 90 σε μέχρι 60 και από τις μέχρι 70 σε μέχρι 50 μηνιαίως αντίστοιχα. Επισημαίνεται ότι εξακολουθεί να ισχύει η αριθμ. 2/7059/0022/29-1-2010 (ΦΕΚ 37 ΥΟΔΔ) κοινή υπουργική απόφαση, καθώς τα όρια υπερωριακής απασχόλησης που προβλέπονται σε αυτήν είναι εντός των ορίων που θέτει η νέα διάταξη.
3. Με τις διατάξεις της παρ. 4 οι διατάξεις του άρθρου 12 παρ. 5 του ν.3207/2003 (ΦΕΚ Α 302) για το φυλακτικό προσωπικό και το προσωπικό καθαριότητας των μουσείων και αρχαιολογικών χώρων του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού και του άρθρου 17 παρ. 7 του ν.3226/2004 (ΦΕΚ Α 24) για το προσωπικό των Καταστημάτων κράτησης της Χώρας και οι κατ’ εξουσιοδότησή τους εκδοθείσες αποφάσεις καταργούνται. Ο αριθμός των ωρών νυκτερινής, Κυριακών και λοιπών εξαιρεσίμων ημερών εργασίας για το προσωπικό που ορίζουν οι ανωτέρω διατάξεις, καθορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ύλην αρμόδιου υπουργού, κατ’ εξαίρεση των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν.3205/2003, όπως τροποποιείται με την παρ. 1 του άρθρου 6 του κοινοποιούμενου νόμου.
Επί του άρθρου 7
1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1, αντικαθίστανται οι διατάξεις του άρθρου 17 του ν. 3205/2003. Από 1-3-2010, τα κάθε είδους μόνιμα ή προσωρινού χαρακτήρα συλλογικά όργανα (συμβούλια, επιτροπές, ομάδες εργασίας κλπ) του Δημοσίου, των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., τα οποία προβλέπονται από τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις ή συνιστώνται και συγκροτούνται με διοικητικές πράξεις, λειτουργούν εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας των οικείων Υπηρεσιών ή σε χρόνο που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και δεν καταβάλλεται καμία πρόσθετη αμοιβή ή αποζημίωση στα μέλη τους. Κατ’ εξαίρεση, στους ιδιώτες-μέλη των ανωτέρω συλλογικών οργάνων, καθορίζεται αποζημίωση με απόφαση του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα πενήντα (50) ευρώ ανά συνεδρίαση και μέχρι πενήντα (50) συνεδριάσεις ετησίως. Οι ανωτέρω υπουργικές αποφάσεις δεν υπάγονται στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 22 του ν. 2362/1995 (ΦΕΚ 247/Α΄), δηλαδή δεν απαιτείται η σύμπραξη του Υπουργού Οικονομικών.
2. Με τις διατάξεις της παρ. 2 ορίζεται ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις, λόγω της ιδιαίτερης σημασίας των συλλογικών οργάνων του Δημοσίου, των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, των Ν.Π.Δ.Δ. και των Ο.Τ.Α., για την οικονομία της χώρας ή την αποτελεσματικότερη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης και την καλύτερη εξυπηρέτηση του πολίτη και προκειμένου περί Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α., με βάση το μέγεθος, τη σπουδαιότητα και τα στοιχεία του προϋπολογισμού τους, επιτρέπεται η λειτουργία τους εκτός του κανονικού ωραρίου εργασίας και εκτός του χρόνου που καλύπτεται από υπερωριακή απασχόληση και μπορεί να καθορίζεται αποζημίωση κατά μήνα ή κατά συνεδρίαση, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ' ύλην αρμόδιου υπουργού.
Επισημαίνεται ότι το σχέδιο της κοινής υπουργικής απόφασης, το οποίο θα προβλέπει την αποζημίωση των ανωτέρω συλλογικών οργάνων, θα πρέπει να συνοδεύεται υποχρεωτικά και από αιτιολογημένη γνώμη του καθ’ ύλην αρμόδιου υπουργού για την τήρηση των ανωτέρω προϋποθέσεων, γνώμη η οποία θα συνεκτιμάται και από τον Υπουργό Οικονομικών.
Η αποζημίωση αυτή δεν μπορεί να είναι κατά μήνα, μεγαλύτερη από τετρακόσια (400) ευρώ για τον πρόεδρο και τριακόσια (300) ευρώ για τα μέλη και τους γραμματείς.
Η ανωτέρω μηνιαία αποζημίωση καταβάλλεται με την προϋπόθεση συμμετοχής σε τέσσερις (4) τουλάχιστον συνεδριάσεις το μήνα. Σε περίπτωση συμμετοχής σε λιγότερες συνεδριάσεις η αποζημίωση περικόπτεται ανάλογα.
3. Με τις διατάξεις της παρ. 3 διατηρούνται σε ισχύ οι διατάξεις που προβλέπουν ότι σε ειδικές περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν είναι δυνατόν να χορηγηθεί αποζημίωση κατά μήνα, μπορεί, με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του καθ` ύλην αρμόδιου υπουργού, να καθορισθεί αποζημίωση ανά ώρα, έλεγχο ή αξιολογούμενο πρόγραμμα κ.λπ., ανάλογα με τις κατά περίπτωση προκύπτουσες ανάγκες. Το συνολικό μηνιαίο ποσό της ανωτέρω αποζημίωσης απαγορεύεται να υπερβαίνει το όριο της κατά μήνα αποζημίωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 για τα μέλη συλλογικών οργάνων, δηλαδή το ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.
4. Με τις διατάξεις της παρ. 4 ορίζεται ότι το σύνολο των πρόσθετων μηνιαίων αμοιβών ή απολαβών των λειτουργών, υπαλλήλων και μισθωτών του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, από συμμετοχή σε μόνιμα ή προσωρινά συλλογικά όργανα των υπηρεσιών αυτών, δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) από πενήντα τοις εκατό (50%) που ίσχυε, των συνολικών μηνιαίων αποδοχών της οργανικής τους θέσης, συμπεριλαμβανομένης και της αναλογίας των επιδομάτων του άρθρου 9 του ν.3205/2003. Οι πάσης φύσεως αμοιβές υπολογίζονται κατά το μήνα πραγματοποίησης της αντίστοιχης εργασίας.
5. Με τις διατάξεις της παρ. 5 εξαιρούνται από τις ρυθμίσεις των παρ. 1 - 4 τα συλλογικά όργανα της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης.
6. Με τις διατάξεις των παρ. 6 και 7 εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις που προβλέπουν αποζημιώσεις για τη διεξαγωγή και υποστήριξη των γενικών εξετάσεων εισαγωγής στην Ανώτερη και Ανώτατη Εκπαίδευση, καθώς και για τη διεξαγωγή των εξετάσεων που γίνονται από το ΑΣΕΠ
Επί του άρθρου 8
1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 καταργείται η διάταξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 3205/2003, η οποία προέβλεπε την αναπροσαρμογή του επιδόματος εξωδιδακτικής απασχόλησης των εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης με το ποσοστό του πληθωρισμού του προηγούμενου έτους και από 15-3-2010 το εν λόγω επίδομα θα καταβάλλεται στο ποσό που είχε διαμορφωθεί στις 31¬12-2009, μειωμένο κατά 12%, δηλαδή στο ποσό των 313,20 €. Δεδομένου ότι η ανωτέρω διάταξη ισχύει από 15-3-2010, για τους δυόμισι πρώτους μήνες το εν λόγω επίδομα υπολογίζεται προσαυξημένο με το ποσοστό πληθωρισμού του προηγούμενου έτους (1,2%) μειωμένο κατά 12% στο ποσό των 316,96 €. Επιπλέον, με τις ίδιες διατάξεις καταργείται η αναπροσαρμογή των επιδομάτων των δικαστικών λειτουργών και του κύριου προσωπικού του Ν.Σ.Κ. των παρ. Α7 των άρθρων 30 και 33 του ν. 3205/2003, όπως προστέθηκαν με τις διατάξεις των παρ. 3β και 7β του άρθρου 57 του ν. 3691/2008 (ΦΕΚ 166 Α) και από 1-1-2010 και εφεξής αυτά διαμορφώνονται στα ποσά που είχαν διαμορφωθεί την 31-12-2009, μειωμένα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 1 ποσοστά, ως εξής :
2. Με τις διατάξεις της παρ. 2, η μηνιαία αποζημίωση του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του άρθρου 58 του ν. 1943/1991 (ΦΕΚ 50 Α) (έξοδα κίνησης αποσπασμένων σε βουλευτικά γραφεία και πολιτικά κόμματα), καταβάλλεται, από 1-1-2010 και εφεξής, στο ύψος που είχε διαμορφωθεί κατά την 31-12¬2009, μειωμένο κατά 12%, δηλαδή στο ποσό των 374,08 €.
3. Με τις διατάξεις της παρ. 3, οι χορηγούμενες προσαυξήσεις, που προβλέπονται από τις διατάξεις της παρ. 2, του άρθρου μόνου της αριθμ.55682/10-9-2009 (ΦΕΚ Β 1967) κοινής υπουργικής απόφασης καθώς και των παρ. 2 και 3 του άρθρου μόνου της αριθμ. 2/9247/0022/28-5-2009 (ΦΕΚ Β 1125) κοινής υπουργικής απόφασης αναστέλλονται μέχρι την 31.12.2010 και ο χρόνος καταβολής των προβλεπόμενων προσαυξήσεων επανακαθορίζεται με αντίστοιχες κοινές υπουργικές αποφάσεις. Διευκρινίζεται
ότι στην αναστολή δεν περιλαμβάνονται οι προσαυξήσεις της 1.10.2009 για την πρώτη και της 1.1.2009 και 1.1.2010 για τη δεύτερη των ανωτέρω Κ.Υ.Α.. Τα ποσά των αμοιβών των ανωτέρω αποφάσεων, όπως έχουν διαμορφωθεί την 1.1.2010, μειώνονται κατά 12% σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.8 του ιδίου άρθρου του κοινοποιούμενου νόμου.
4. Με τις διατάξεις της παρ. 4 το ειδικό επίδομα για τη διευκόλυνση αγοράς, συντήρησης και επισκευής οργάνων των μουσικών, που προβλέπεται στο άρθρο 49 παρ.3, περιπ. δ’ του ν.3205/2003, όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 4 του άρθρου 9 του ν.3670/2008 (ΦΕΚ Α΄117), καθορίζεται εφεξής στο ύψος που έχει διαμορφωθεί κατά την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου, δηλαδή δεν θα υπολογίζεται πλέον σε ποσοστό επί του βασικού μισθού του Κορυφαίου Α΄ και καταβάλλεται από 1-1-2010 μειωμένο κατά 12%, στο ποσό των 394,24 €.
5. Με τις διατάξεις της παρ. 5 το επίδομα ειδικών συνθηκών, που προβλέπεται στο άρθρο 51 παρ.10 του ν.3205/2003, όπως προστέθηκε με την παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3408/2005 (ΦΕΚ Α΄ 272) και τροποποιήθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 3554/2007 (ΦΕΚ Α΄80) καθορίζεται εφεξής στο ύψος που έχει διαμορφωθεί κατά την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου, δηλαδή δεν θα υπολογίζεται πλέον σε ποσοστό επί του βασικού μισθού του ανθυπολοχαγού και από 1-1-2010 καταβάλλεται μειωμένο κατά 12%, στο ποσό των 63,29 €.
6. Με τις διατάξεις της παρ. 6 το μηνιαίο επίδομα επιφυλακής (των ιατρών δημόσιας υγείας ΕΣΥ και λοιπών), που προβλέπεται στο άρθρο 16 παρ. 4 του ν. 3172/2003 (ΦΕΚ Α΄197) καθορίζεται στο ύψος που αυτό έχει διαμορφωθεί κατά την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου. Το εν λόγω επίδομα καταβάλλεται, από 1-1-2010, μειωμένο κατά 12% στους αναφερόμενους στην παραπάνω διάταξη γιατρούς, που εξομοιώνονται μισθολογικά με γιατρούς ΕΣΥ, ως εξής : α) με Επιμελητή Β΄ στο ποσό των 516,74 €, β) με Επιμελητή Α΄ στο ποσό των 619,17 € και γ) με Διευθυντή στο ποσό των 723,01 €.
7. Με τις διατάξεις της παρ. 7 ορίζεται ότι τα αιρετά όργανα των ΟΤΑ, είτε είναι λειτουργοί ή υπάλληλοι των φορέων του δημόσιου τομέα, όπως αυτός οριοθετείται με την παρ. 6 του άρθρου 1 του ν.1256/1982, είτε δημοσίων επιχειρήσεων, τραπεζών και οργανισμών κοινής ωφέλειας, που εξήλθαν ή εξέρχονται του δημόσιου τομέα, υποχρεούνται να επιλέξουν είτε της αποδοχές της οργανικής θέσης από την οποία προέρχονται, με εξαίρεση τα επιδόματα και λοιπές αποζημιώσεις που συναρτώνται με την ενεργό άσκηση των καθηκόντων τους, είτε τα έξοδα παράστασης που δικαιούνται, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία, η καταβολή των αποδοχών της οργανικής θέσης από την οποία προέρχονται, διακόπτεται.
Επί του άρθρου 9
1. Με τις διατάξεις της παρ. 1, το ανώτατο όριο των επιτρεπομένων κατ’ έτος και κατά μήνα ημερών εκτός έδρας, της παρ. 3 του άρθρου 2 του ν.2685/1999 (Α 35), καθορίζεται σε εξήντα (60) ημέρες από τις εκατόν είκοσι
(120) που ίσχυαν. Η υπέρβαση του ανωτέρω ορίου, που προβλέπεται από τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις είκοσι (20) ημέρες κατ’ έτος.
2. Με τις διατάξεις της παρ. 2, οι διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 6 του ν. 2685/1999, του άρθρου 10 του π.δ.200/1993 (ΦΕΚ Α 75), του άρθρου 10 της αριθμ.2/72000/0022/4-12-2001 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β 1702)
καθώς και του άρθρου 10 της αριθμ.2/66739/0022/19-10-2000 κοινής υπουργικής απόφασης (ΦΕΚ Β 1394), οι οποίες προβλέπουν την καταβολή αποζημίωσης για μικροδαπάνες ταξιδίου σε ποσοστό επί του αντιτίμου των εισιτηρίων των συγκοινωνιακών μέσων, καταργούνται.
3. Με τις διατάξεις της παρ. 3, το όριο των πεντακοσίων (500) χιλιομέτρων της περίπτ.β’ της παρ. 2Α του άρθρου 7 του ν.2685/1999, για μετακινήσεις υπαλλήλων που διενεργούν ελέγχους, επιθεωρήσεις κ.λ.π. εντός των πόλεων Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης και σε πόλεις άνω των 100.000 κατοίκων, περιορίζεται σε τριακόσια (300) χιλιόμετρα μηνιαίως.
4. Με τις διατάξεις της παρ. 4, τα όρια των εκατόν είκοσι (120) και ογδόντα
(80) χιλιομέτρων της περίπτ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν.2685/1999, σχετικά με τη δυνατότητα διανυκτέρευσης, αυξάνονται σε εκατόν εξήντα (160) και εκατόν είκοσι (120) χιλιόμετρα αντίστοιχα.
5. Με τις διατάξεις της παρ. 5, οι προϋποθέσεις καταβολής των δαπανών που προβλέπονται από τα άρθρα 6 παρ.2 (χιλιομετρική αποζημίωση), 8 παρ. 2 και 3 (προϋποθέσεις και δαπάνες διανυκτέρευσης) και 9 (ημερήσια αποζημίωση) του ν.2685/1999 καθώς και το ύψος αυτών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ανάλογα με τις πραγματικές ανάγκες και τις διαμορφούμενες κάθε φορά συνθήκες.
6. Με τις διατάξεις της παρ. 6, οι διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφοι 2Γ περ. γ’ και 3 του ν.2685/1999 (αποζημιώσεις γεωτεχνικών, υπαλλήλων Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Περιφερειών, ΝΑ, μηχανικών κ.λ.π., που μετακινούνται για εκτέλεση υπηρεσίας), των άρθρων 7 παράγραφοι 7α, 7β ως προς τον καθορισμό του ύψους της εκτός έδρας αποζημίωσης και των εξόδων μετακίνησης και 17 παράγραφος 6 εδάφιο β’ του ν.2860/2000 (ΦΕΚ Α 251) (μετακινήσεις για ελέγχους σε συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα), καταργούνται ενώ οι εκδοθείσες, κατ’ εξουσιοδότηση των ανωτέρω διατάξεων, κοινές υπουργικές αποφάσεις εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι την έκδοση της προβλεπόμενης από την προηγούμενη παράγραφο απόφασης.
7. Με τις διατάξεις της παρ. 7, το όριο των τριάντα (30) χιλιομέτρων της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν.2685/1999, σχετικά με τις μετακινήσεις των αιρετών οργάνων των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, αυξάνεται σε πενήντα (50) χιλιόμετρα.
8. Με τις διατάξεις της παρ. 8, οι διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 11 του ν.2685/1999 (σχετικά με τις μετακινήσεις των υπηρεσιακών στελεχών της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης για την εξυπηρέτηση των δημοσιογραφικών αποστολών), όπως προστέθηκαν με τις όμοιες της παρ. 1 του άρθρου 51 του ν.3801/2009 (ΦΕΚ Α 163), καταργούνται.
9. Με τις διατάξεις της παρ. 9, το όριο των πενήντα (50) χιλιομέτρων της περ. α’ της παρ. 1 του άρθρου 13 του ν.2685/1999 (δαπάνες απόσπασης) αυξάνεται σε εβδομήντα (70) χιλιόμετρα. Το όριο των πενήντα (50) χιλιομέτρων των περ. β’ και γ’ της ίδιας παραγράφου αυξάνεται στα εβδομήντα (70) χιλιόμετρα. Το όριο των εκατό (100) χιλιομέτρων της περ. δ’ της ίδιας παραγράφου αυξάνεται σε εκατόν πενήντα (150) χιλιόμετρα.
10. Με τις διατάξεις της παρ. 10, η παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.2685/1999 (σχετικά με την αντιμετώπιση έκτακτων και επειγουσών αναγκών) αντικαθίσταται ως εξής :
«2. Σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις και για αντιμετώπιση έκτακτων και επειγουσών αναγκών (φορολογικοί έλεγχοι, στελέχωση περιφερειακών αερολιμένων κατά τη θερινή περίοδο) μπορεί να καταβάλλεται ημερήσια
αποζημίωση, καθώς και δαπάνες διανυκτέρευσης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 9 του παρόντος νόμου και για χρονικό διάστημα μέχρι εβδομήντα (70) ημέρες συνολικά κατ’ έτος, για κάθε απόσπαση. Οι ημέρες αυτές καθορίζονται με κοινή απόφαση του αρμόδιου Υπουργού και του Υπουργού Οικονομικών.».
11. Με τις διατάξεις της παρ. 11, το όριο των εκατό (100) χιλιομέτρων των παρ. 4 και 6 του άρθρου 14 του ν.2685/1999 (δαπάνες μετάθεσης) αυξάνεται σε εκατόν πενήντα (150) χιλιόμετρα.
12. Με τις διατάξεις της παρ. 12, στο τέλος του δεύτερου εδαφίου της παρ. 7 του άρθρου 14 του νόμου 2685/1999, σχετικά με την καταβολή της δαπάνης μεταφοράς οικοσκευής, διαγράφεται η φράση «και το τριάντα τοις εκατό (30%) του ποσού που προβλέπεται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του παρόντος».
13. Με τις διατάξεις της παρ. 13, στο τέλος του άρθρου 17 του ν.2685/1999 (σχετικά με τις προϋποθέσεις καταβολής του προβλεπόμενου επιδόματος υπηρεσίας αλλοδαπής), προστίθενται παράγραφοι 6 και 7, ως εξής :
«6. Το ποσοστό του επιδόματος αλλοδαπής των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου καταβάλλεται μειωμένο, κατά περίπτωση, ως εξής : α. κατά είκοσι τοις εκατό (20%), σε περίπτωση που παρέχεται δωρεάν διανυκτέρευση από φορέα άλλο από εκείνον που ανήκει ο μετακινούμενος. β. κατά τριάντα τοις εκατό (30%), σε περίπτωση που παρέχεται δωρεάν διανυκτέρευση και ημιδιατροφή από τον ως άνω φορέα.
γ. κατά σαράντα τοις εκατό (40%), σε περίπτωση που παρέχεται δωρεάν διανυκτέρευση και πλήρης διατροφή από τον προαναφερόμενο φορέα.
7. Το ανωτέρω επίδομα αλλοδαπής περικόπτεται κατά το ποσό της αποζημίωσης ή αμοιβής που τυχόν καταβάλλεται από οποιοδήποτε άλλο φορέα ή πηγή, κατά την εκτέλεση υπηρεσίας στην αλλοδαπή».
Οι ανωτέρω διατάξεις κρίνονται απαραίτητες προκειμένου να αποφεύγεται η διπλή καταβολή αποζημιώσεων για την ίδια αιτία.
1 Με τις διατάξεις της παρ. 14, στην περίπτ.β’ της παρ. 2Α του άρθρου 21 του ν.2685/1999 (προϋποθέσεις καταβολής ημερήσιας αποζημίωσης εξωτερικού), διαγράφεται η φράση «και επιστροφής», προκειμένου να επιταχύνεται έτσι η επάνοδος του υπαλλήλου στην Υπηρεσία του.
2 Με τις διατάξεις της παρ. 15, η προβλεπόμενη από τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 7 του π.δ.200/1993 (ΦΕΚ Α 75) απόσταση άνω των δεκαπέντε (15) χιλιομέτρων καθώς και η προβλεπόμενη απόσταση άνω των σαράντα (40) χιλιόμετρων, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 3 της αριθμ.2/73099/0022/19-2-2008 (Β 344) κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών, καθορίζεται σε εξήντα (60) χιλιόμετρα, πάνω από τα οποία επιτρέπεται η καταβολή της ημερήσιας αποζημίωσης για εκτέλεση υπηρεσίας εκτός έδρας.
3 Με τις διατάξεις της παρ. 16, η παρ.1 του άρθρου 8 του π.δ.200/1993 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το ύψος της ημερήσιας αποζημίωσης για εκτέλεση υπηρεσίας εκτός έδρας καθορίζεται με τον ισχύοντα εκάστοτε νόμο περί κάλυψης δαπανών μετακινούμενων υπαλλήλων εντός και εκτός Επικράτειας και αναπροσαρμόζεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών».
17. Με τις διατάξεις της παρ. 17, το όριο των εκατόν είκοσι (120) ημερών του άρθρου 23 του ν. 3613/2007 (ΦΕΚ Α 263) και της αριθμ.2/14889/0022/2-5¬
2003 (Β 643) απόφασης μειώνεται σε εξήντα (60) ημέρες. Το όριο των
τριάντα (30) χιλιομέτρων της αριθμ.2/14889/0022/2-5-2003 (ΦΕΚ Β 643)
απόφασης, αυξάνεται σε εξήντα (60) χιλιόμετρα.
18. Με τις διατάξεις της παρ. 18, το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 24 του ν. 3536/2007 (ΦΕΚ Α 42), για τους υπαλλήλους του τεχνολογικού εξοπλισμού των Ν.Α., τροποποιείται ως εξής :
«Για διανυκτερεύσεις που πραγματοποιούνται σε μετακινήσεις από εξήντα (60) χιλιόμετρα και άνω καταβάλλεται διπλάσια αποζημίωση από την προβλεπόμενη στην αριθμ.2/14889/0022/2-5-2003 (ΦΕΚ 643/Β’) απόφαση, όπως ισχύει.».
19. Με τις διατάξεις της παρ. 19, το άρθρο 1 του Ν.Δ.1106/1972 (ΦΕΚ Α 17), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν.Δ. 23/1973 (ΦΕΚ Α 131), περί αποζημίωσης για οδοιπορικά, μεταφορά οικοσκευής και πρώτης εγκατάστασης έξοδα σε μέλη Δ.Ε.Π. -Α.Ε.Ι, που μετακαλούνται από την αλλοδαπή, καταργείται από 15-3-2010. Διευκρινίζεται ότι παύει η καταβολή των ως άνω αποζημιώσεων για τα εν λόγω μέλη ΔΕΠ – ΑΕΙ των οποίων η πράξη διορισμού τους δημοσιεύεται στο ΦΕΚ από την ως άνω ημερομηνία και εντεύθεν.
Οι διατάξεις του άρθρου 9 του κοινοποιούμενου νόμου ισχύουν από 15-3¬2010.
Επισημαίνεται ότι η ευθύνη για την ορθή εφαρμογή όλων των ανωτέρω βαρύνει τους οικείους εκκαθαριστές. Η Υπηρεσία μας παραμένει στη διάθεση όλων για την παροχή τυχόν απαραίτητων πληροφοριών και διευκρινίσεων με στόχο την αποτελεσματική εφαρμογή των κοινοποιούμενων διατάξεων.
Ειδικότερα, για τα θέματα που αφορούν στις δημόσιες επιχειρήσεις, παρακαλείσθε να απευθύνεστε στην Ειδική Γραμματεία Δημοσίων Επιχειρήσεων και Οργανισμών (ΔΕΚΟ) του Υπουργείου Οικονομικών, Καραγιώργη Σερβίας 8, 101 84 Αθήνα. Για τα θέματα των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), που υπάγονται στις ρυθμίσεις του κοινοποιούμενου νόμου, θα απευθύνεστε στις αρμόδιες υπηρεσίες των οικείων Υπουργείων που τα εποπτεύουν, οι οποίες υπηρεσίες μόνο σε περίπτωση αμφιβολιών θα ερωτούν την Υπηρεσία μας.