Όλες οι αλλαγές για τις γονικές παροχές
Παρασκευή, 22 Νοέμβριος 2024 12:57
"Καταργείται η ισχύουσα αυτοτελής φορολόγηση των ακινήτων με συντελεστή 1%, που ίσχυε ανεξαρτήτως αξίας και ευνοούσε τη μεγάλη ιδιοκτησία. Με τον τρόπο αυτό επαναφέρεται ουσιαστικά σε ισχύ ο θεσμός της προοδευτικότητας του φόρου κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών με την καθιέρωση κλιμάκων υπολογισμού του φόρου αυτού. Για καθεμιά από τις δύο κατηγορίες (Α΄ και Β΄) καθιερώνεται ιδιαίτερο αφορολόγητο όριο και ιδιαίτεροι ανά κλιμάκια φορολογικοί συντελεστές, με τους οποίους ο υπολογισμός του φόρου είναι ευνοϊκότερος για τους συγγενείς της Α΄ κατηγορίας, άμεση οικογένεια, και υψηλότερος για τους πιο μακρινούς συγγενείς της Β΄ κατηγορίας.
Ειδικότερα αυξάνεται το αφορολόγητο όριο από 95.000 σε 150.000 ευρώ για την Α΄ κατηγορία και από 20.000 σε 30.000 ευρώ για τη Β΄ κατηγορία. Η κλίμακα υπολογισμού του φόρου για τη Γ΄ κατηγορία παραμένει ως έχει. Καθιερώνεται κλίμακα υπολογισμού του φόρου για την Α΄ κατηγορία με συντελεστές από 1% έως 10%, αντί 5% έως 20%, που ήταν οι συντελεστές της κλίμακας που ίσχυε παλαιότερα. Έτσι, αφενός μεν ικανοποιείται πάγιο και παλαιό αίτημα να μην επιβαρύνονται οι δωρεές προς συγγενείς, που υπάγονται στην Α΄ κατηγορία, και οι γονικές παροχές με συντελεστή ανώτερο από το συντελεστή του φόρου μεταβίβασης, και αφετέρου αποφεύγεται η μεθόδευση μεταβίβασης μεγάλης αξίας ακινήτων στις κατηγορίες αυτές φορολογουμένων με εικονικές πωλήσεις. Για τη Β΄ κατηγορία καθιερώνεται κλίμακα υπολογισμού του φόρου με συντελεστές από 5% έως 20%, αντί 10% έως 30%, που ήταν οι συντελεστές της κλίμακας που ίσχυε παλαιότερα...."Αυτό αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου για τις γονικές παροχές .Αναλυτικά το πλήρες κείμενο έχει ως εξής:
"Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, η Κυβέρνηση επιδιώκει:
α) την άμεση θέσπιση ενός δικαιότερου συστήματος φορολόγησης των κληρονομιών, των δωρεών και των γονικών παροχών, προκειμένου να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά φαινόμενα καταστρατήγησης της συνταγματικής αρχής της φορολόγησης των πολιτών ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα, και
β) την άμεση αύξηση των δημοσίων εσόδων, με την αύξηση του φόρου κατανάλωσης στις ιδιαίτερες κατηγορίες προϊόντων, των καπνικών ειδών και του αλκοόλ, σε συνέργεια και με τις πολιτικές του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την προστασία της Δημόσιας Υγείας, που εφαρμόζονται στον ίδιο τομέα.
Στο πεδίο της άμεσης φορολογίας και ειδικότερα της φορολογίας της ακίνητης περιουσίας, απαρέγκλιτος στόχος για την Κυβέρνηση είναι κάθε φορολογούμενος να εισφέρει στα δημόσια έσοδα, δίκαια και αναλογικά, σύμφωνα με την αξία των ακινήτων που μεταβιβάζονται και να λαμβάνονται υπόψη κοινωνικά και οικονομικά κριτήρια για τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα.
Είναι σαφές, ότι με τις διατάξεις της ισχύουσας φορολογικής νομοθεσίας που είχε θεσμοθετήσει η προηγούμενη κυβέρνηση της Ν.Δ., ιδίως με το ν. 3634/2008, οι παραπάνω βασικές αρχές, που έχουν θεμέλιο συνταγματικό, εξοβελίστηκαν, με αποτέλεσμα να συντρέχει η ίδια φορολογική επιβάρυνση για όλα τα κοινωνικά στρώματα, κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας.
Η ισχύουσα , σήμερα, διάταξη προβλέπει φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας που μεταβιβάζεται με γονική παροχή , δωρεά ή με κληρονομιά , μετά την αφαίρεση αφορολογήτου ποσού 95.000 ευρώ, με ενιαίο συντελεστή 1% ανεξαρτήτως ύψους μεταβιβαζόμενης περιουσίας.
Το απαράδεκτο αυτό θεσμικό πλαίσιο, είχε ως αποτέλεσμα αφενός την κατάρρευση των εσόδων του Δημοσίου στο πεδίο της φορολόγησης αυτής και μάλιστα σε ιδιαίτερα κρίσιμη δημοσιονομικά περίοδο για τη χώρα μας, και αφετέρου την επιβολή της ίδιας φορολογικής επιβάρυνσης για όλους, ανεξάρτητα από τη φοροδοτική τους ικανότητα και μάλιστα στο πεδίο της άμεσης φορολογίας, γεγονός που πλήττει ευθέως και με άμεσο τρόπο τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα.
Η κατάργηση αυτών των ρυθμίσεων, με τις οποίες η ακίνητη περιουσία των μικρών και μεσαίων εισοδηματικά στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας, χρηματοδοτούσε τις φορολογικές υποχρεώσεις των πλουσιότερων εισοδηματικά στρωμάτων, λειτουργώντας αναδιανεμητικά στην αντίστροφη ακριβώς κατεύθυνση από αυτήν που επιβάλλεται για λόγους κοινωνικής και φορολογικής δικαιοσύνης, αποτελεί προεκλογική δέσμευση της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ που επαναλήφθηκε στην ομιλία του Πρωθυπουργού στους κοινωνικούς εταίρους στο Ζάππειο στις 13 Δεκεμβρίου 2009.
Η Κυβέρνηση έχει ήδη ξεκινήσει διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους για την πλήρη αναμόρφωση του φορολογικού συστήματος με σκοπό την διαμόρφωση ενός θεσμικού πλαισίου, απλού, εύχρηστου, λειτουργικού, δίκαιου, αποτελεσματικού, αναδιανεμητικού και αναλογικού.
Ωστόσο από τις αρχές Δεκεμβρίου του 2009, παρατηρήθηκε τεράστια αύξηση στις διενεργούμενες γονικές παροχές και υπερ πολλαπλασιασμός των αξιών που αφορούσαν , ιδιαίτερα σε Δ.Ο.Υ. που υπάγονται ακίνητα μεγάλης αντικειμενικής αξίας. Στη Δ.Ο.Υ. Κηφισιάς τον Δεκέμβριο του 2009 ο αριθμός των γονικών παροχών αυξήθηκε από 437 τον αντίστοιχο μήνα του 2008, σε 2.240 και η αξία των μεταβιβασθέντων ακινήτων, από 39,4 εκατ. Ευρώ σε 538,79 εκατ. Ευρώ.
Στην Δ.Ο.Υ. Ψυχικού , τον ίδιο μήνα, από 252 γονικές παροχές το Δεκέμβριο 2008 σε 1.418, και η αξία των μεταβιβασθέντων ακινήτων από 1,5 εκατ. Ευρώ σε 244,5 εκατ. Ευρώ. Στη Δ.Ο.Υ. Μυκόνου, από 20 γονικές παροχές τον Δεκέμβριο του 2008, διενεργήθηκαν 161 τον Δεκέμβριο του 2009, με αξίες 1 εκατ.και 23,7 εκατ. Ευρώ αντίστοιχα.
Ανάλογη είναι η εικόνα και σε άλλες περιοχές με υψηλές αντικειμενικές αξίες ακινήτων.
Είναι προφανές ότι με τις αθρόες μεταβιβάσεις επιδιώκεται από τους λίγους και κατέχοντες η κατακερμάτιση της ακίνητης περιουσίας τους και η αποφυγή υπαγωγής στο άμεσο και απώτερο μέλλον, των σχετικών μεταβιβαστικών πράξεων σε νέο θεσμικό πλαίσιο που η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ήδη διαβουλεύεται με τους κοινωνικούς εταίρους και τους πολίτες.
Η ακύρωση της εκφρασμένης κυβερνητικής βούλησης στην πράξη, από τους έχοντες και κατέχοντες, θα επέφερε δυσμενέστατα αποτελέσματα στην εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ της φορολογικής διοίκησης και των πολιτών και θα είχε αρνητικές συνέπειες στο κρίσιμο πεδίο της είσπραξης δημοσίων εσόδων από την ουσιαστική απαλλαγή της φορολόγησης της μεγάλης ακίνητης περιουσίας.
Συνέτρεχε συνεπώς κατεπείγουσα ανάγκη για την αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου στο πεδίο αυτό προκειμένου και ο κοινωνικός διάλογος να μην ακυρωθεί και τα μελλοντικά δημόσια έσοδα στο πεδίο αυτό να διαφυλαχτούν.
Για αυτό η Κυβέρνηση κατέθεσε το σχέδιο νόμου αυτό με τον χαρακτηρισμό του κατεπείγοντος και ζήτησε την ψήφισή του σύμφωνα με την ειδική διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 76 του Συντάγματος και ο Κανονισμός της Βουλής.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις επιδιώκεται ένα δίκαιο, απλό, αναλογικό και αναδιανεμητικό σύστημα. Βασικές συνιστώσες του είναι η αύξηση του αφορολόγητου ορίου και ο προοδευτικός συντελεστής με βάση κλίμακα, έτσι ώστε «γονικές παροχές» άνω του αφορολόγητου ορίου, να φορολογούνται και αυτές ανάλογα με την αξία που μεταβιβάζεται.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις στο πεδίο των ειδικών φόρων κατανάλωσης, επιδιώκεται η είσπραξη φόρων από προϊόντα που εμπίπτουν σε σημαντικές για τη Δημόσια Υγεία πολιτικές του Υπουργείου Υγείας, όπως είναι τα καπνικά προϊόντα και τα αλκοολούχα ποτά.
Με αυτόν τον τρόπο επιδιώκεται η αύξηση των δημοσίων εσόδων και παράλληλα η δημιουργία αντικινήτρων, προκειμένου μεσοπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα, να μειωθεί η κατανάλωση σε προϊόντα επιβλαβή για τη Δημόσια Υγεία των πολιτών.
Ειδικότερα επί των άρθρων:
Άρθρο 1
— Καταργείται η ισχύουσα αυτοτελής φορολόγηση των ακινήτων με συντελεστή 1%, που ίσχυε ανεξαρτήτως αξίας και ευνοούσε τη μεγάλη ιδιοκτησία. Με τον τρόπο αυτό επαναφέρεται ουσιαστικά σε ισχύ ο θεσμός της προοδευτικότητας του φόρου κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών με την καθιέρωση κλιμάκων υπολογισμού του φόρου αυτού. Για καθεμιά από τις δύο κατηγορίες (Α΄ και Β΄) καθιερώνεται ιδιαίτερο αφορολόγητο όριο και ιδιαίτεροι ανά κλιμάκια φορολογικοί συντελεστές, με τους οποίους ο υπολογισμός του φόρου είναι ευνοϊκότερος για τους συγγενείς της Α΄ κατηγορίας, άμεση οικογένεια, και υψηλότερος για τους πιο μακρινούς συγγενείς της Β΄ κατηγορίας.
Ειδικότερα αυξάνεται το αφορολόγητο όριο από 95.000 σε 150.000 ευρώ για την Α΄ κατηγορία και από 20.000 σε 30.000 ευρώ για τη Β΄ κατηγορία. Η κλίμακα υπολογισμού του φόρου για τη Γ΄ κατηγορία παραμένει ως έχει. Καθιερώνεται κλίμακα υπολογισμού του φόρου για την Α΄ κατηγορία με συντελεστές από 1% έως 10%, αντί 5% έως 20%, που ήταν οι συντελεστές της κλίμακας που ίσχυε παλαιότερα. Έτσι, αφενός μεν ικανοποιείται πάγιο και παλαιό αίτημα να μην επιβαρύνονται οι δωρεές προς συγγενείς, που υπάγονται στην Α΄ κατηγορία, και οι γονικές παροχές με συντελεστή ανώτερο από το συντελεστή του φόρου μεταβίβασης, και αφετέρου αποφεύγεται η μεθόδευση μεταβίβασης μεγάλης αξίας ακινήτων στις κατηγορίες αυτές φορολογουμένων με εικονικές πωλήσεις. Για τη Β΄ κατηγορία καθιερώνεται κλίμακα υπολογισμού του φόρου με συντελεστές από 5% έως 20%, αντί 10% έως 30%, που ήταν οι συντελεστές της κλίμακας που ίσχυε παλαιότερα.
— Λόγω της καθιέρωσης χαμηλών φορολογικών συντελεστών και υψηλού αφορολόγητου στην Α΄ κατηγορία, κατά τη μεταβίβαση περιουσίας από τους γονείς προς τα τέκνα τους, ο υπολογισμός του φόρου γίνεται με τον ίδιο τρόπο, ανεξάρτητα από την αιτία μεταβίβασης αυτής, δωρεά ή γονική παροχή.
— Σε περίπτωση που κληρονόμος του αποβιώσαντος είναι επιζών σύζυγος ή ανήλικα τέκνα του, παραμένει αφορολόγητη η περιουσία που κληρονομείται από αυτούς μέχρι του ποσού των 400.000 ευρώ κατά δικαιούχο.— Για τα χρηματικά ποσά τα οποία μεταβιβάζονται σε συγγενείς που υπάγονται στις Α΄ και Β΄ κατηγορίες (άτυπα ή μη), παραμένει η αυτοτελής φορολόγηση με συντελεστή 10% για την Α΄ κατηγορία (και 20% για τη Β΄ κατηγορία) χωρίς αφορολόγητο όριο, γιατί χρησιμοποιούνται σε μεγάλο βαθμό για την καταστρατήγηση των διατάξεων της φορολογίας εισοδήματος και του θεσμού του πόθεν έσχες. Τονίζετε ιδιαίτερα ότι με τη φορολόγηση αυτή ο φορολογούμενος δεν στερείται του αφορολογήτου των 150.000 ή των 30.000 ευρώ (ανά κατηγορία), αφού το ποσό αυτό δεν χάνεται, αλλά χρησιμοποιείται στην ακίνητη περιουσία και στα λοιπά περιουσιακά στοιχεία. Όμως, με την αυτοτελή φορολόγηση κλείνει ένα μεγάλο «παράθυρο» μεθόδευσης, το οποίο οδηγούσε στην απόκτηση μεγάλης αξίας περιουσίας, χωρίς την καταβολή των αναλογούντων φόρων και τούτο γιατί «η μέθοδος των άτυπων δωρεών ή των άτυπων γονικών παροχών» αξιοποιείται ουσιαστικά για την κάλυψη τεκμηρίων αγοράς. Ενδεικτικά αναφέρεται παράδειγμα, στο οποίο κάποιος που αγοράζει ακίνητο αξίας 660.000 ευρώ μπορεί να επικαλεσθεί - ως πηγή προέλευσης των χρημάτων – άτυπες παροχές από τους γονείς του (150.000 + 150.000 = 300.000 ευρώ) και άτυπες δωρεές από τους παππούδες / γιαγιάδες (150.000 + 150.000 = 300.000 ευρώ) ή και άτυπες δωρεές από δύο αδέλφια του ή θείους (30.000 + 30.000 = 60.000 ευρώ) και να αποφύγει με αυτόν τον τρόπο την καταβολή του αναλογούντος φόρου εισοδήματος ή και να καλύψει αδήλωτα εισοδήματα που προέρχονται από φοροδιαφυγή (π.χ. νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες).
— Ρυθμίζεται ενιαίος τρόπος καταβολής του φόρου κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών σε 12 ίσες διμηνιαίες δόσεις, καθεμιά από τις οποίες δεν μπορεί να είναι μικρότερη των 500 ευρώ, πλην της τελευταίας, ανεξάρτητα από το είδος του περιουσιακού στοιχείου που αποκτάται ή από τον τίτλο βεβαίωσης του φόρου (δήλωση, πράξη οριστική, απόφαση δικαστηρίου κ.λπ.). Με τον τρόπο αυτό, αφενός, καθίσταται πλέον στους φορολογούμενους ευκολότερο να είναι συνεπείς στις φορολογικές τους υποχρεώσεις, αφού δεν θα έχουν διαφορετικές ημερομηνίες λήξης των δόσεών τους από τους φόρους αυτούς, και αφετέρου διευκολύνονται στην εξόφληση, αφού αυξάνεται ο αριθμός των δόσεων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο αναλογών για τα ακίνητα φόρος βεβαιώνεται σήμερα σε τρεις ίσες διμηνιαίες δόσεις.
β) Προβλέπεται ότι στις υποθέσεις στις οποίες έχουν εφαρμογή οι παρούσες ρυθμίσεις, ο συνυπολογισμός πλέον θα γίνεται με βάση τις βασικές διατάξεις των άρθρων 4, 36 και 47 του Κώδικα. Αυτό σημαίνει ότι στις υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών, στις οποίες ο υπολογισμός του φόρου θα γίνεται με τα οριζόμενα στις προτεινόμενες διατάξεις, θα συνυπολογίζονται πλέον όλες οι προγενέστερες δωρεές και γονικές παροχές, για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση έχει γεννηθεί σε χρόνο κατά τον οποίο δεν έχει παραγραφεί το δικαίωμα του Δημοσίου για επιβολή φόρου, δηλαδή σε υποθέσεις για τις οποίες η φορολογική υποχρέωση έχει γεννηθεί από 1-1-1990. Κατά το συνυπολογισμό αυτό θα τύχουν εφαρμογής και οι διατάξεις των άρθρων 31 και 121 του Κώδικα, για την έκπτωση του φόρου των συνυπολογιζόμενων δωρεών και γονικών παροχών, καθώς και για την εκκαθάριση υποθέσεων με διαφορετικό φορολογικό καθεστώς. Με τη ρύθμιση αυτή συνεπώς καθίσταται ανενεργή και ουσιαστικά καταργείται για τις υποθέσεις αυτές η διάταξη περί συνυπολογισμού της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.3634/2008, η οποία στην πράξη θα εξακολουθεί να ισχύει μόνο κατά τον υπολογισμό του φόρου σε υποθέσεις, στις οποίες έχουν εφαρμογή οι προϊσχύσασες διατάξεις.
γ) Ορίζεται ως ημερομηνία έναρξης ισχύος των ρυθμίσεων η 8η Ιανουαρίου 2010 για τις υποθέσεις φορολογίας δωρεών και γονικών παροχών (ημερομηνία καταθέσεως στην Βουλή της τροπολογίας με την οποία διαφυλασσόταν από την ίδια ημερομηνία η υπαγωγή των υποθέσεων γονικής παροχής και δωρεών στο φορολογικό καθεστώς που θα προέκυπτε από την ολοκλήρωση της κοινωνικής διαβούλευσης) , και η ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για τις υποθέσεις κληρονομιών.
Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι για τα περιουσιακά στοιχεία που θα μεταβιβασθούν με συμβολαιογραφικό έγγραφο δωρεάς ή γονικής παροχής, που θα καταρτισθεί από 8 Ιανουαρίου 2010 (ανεξάρτητα από την ημερομηνία κατάθεσης της οικείας φορολογικής δήλωσης στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.), για τις άτυπες δωρεές και γονικές παροχές που θα συσταθούν από την ημερομηνία αυτή, καθώς και για τις περιπτώσεις που υπήρχε μετάθεση του χρόνου γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης και αυτή γεννιέται από 8 Ιανουαρίου 2010, ο φόρος δωρεάς ή γονικής παροχής θα υπολογισθεί με βάση τους φορολογικούς συντελεστές και τις κλίμακες που ορίζονται στην προτεινόμενη ρύθμιση.
Για τις υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών, η ρύθμιση καταλαμβάνει τις υποθέσεις εκείνες στις οποίες η φορολογική υποχρέωση θα γεννηθεί από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου, δηλαδή καταλαμβάνει θανάτους από την ημερομηνία αυτή και μετά καθώς και υποθέσεις φορολογίας κληρονομιών (π.χ. επιδικίες), στις οποίες ο θάνατος μεν έχει συμβεί προγενέστερα, όμως είχε μετατεθεί ο χρόνος γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης και αυτή γεννιέται μετά τη δημοσίευση του νόμου.
Ανακεφαλαιώνοντας, τονίζεται ότι με τις διατάξεις του άρθρου 1 ο τρόπος φορολόγησης των κληρονομιών, δωρεών και γονικών παροχών καθίσταται αναλογικός, δικαιότερος και ικανοποιεί τη συνταγματική επιταγή και το αίσθημα των φορολογουμένων για συμμετοχή τους στα δημόσια βάρη ανάλογα με την περιουσιακή τους κατάσταση και για την επιβάρυνση των μεγάλων περιουσιών με υψηλότερους συντελεστές.
Ακολουθεί συγκριτικός πίνακας με παραδείγματα υπολογισμού του φόρου με το ισχύον και το προτεινόμενο σύστημα φορολόγησης:
Αξία περιουσίας που μεταβιβάζεται με δωρεά, γονική παροχή ή κληρονομιά
Φόρος με βάση την ισχύουσα κλίμακα
(1% ανεξαρτήτως αξίας ) Φόρος με βάση την προτεινόμενη κλίμακα Διαφορά φόρου (%)
150.000 550 Ø -100,00
200.000 1.050 500 -52,38
300.000 2.050 1.500 -26,83
310.000 2.150 2.000 -6.98
315.000 2.200 2.250 +2.27
320.000 2.250 2.500 +11,11
350.000 2.550 4.000 +56,86
400.000 3.050 6.500 +113,11
500.000 4.050 11.500 +183,95
600.000 5.050 16.500 +226.73
800.000 7.050 36.500 +417,73
1.000.000 9.050 56.500 +524,31
1.500.000 14.050 106.500 +658,01
Από τον πίνακα αυτό προκύπτει ότι, για περιουσίες μέχρι 315.000 ευρώ, ο φόρος που προκύπτει με τις προτεινόμενες κλίμακες είναι μικρότερος από αυτόν που προκύπτει με το ισχύον καθεστώς. Αν δε, πρόκειται για περιουσία που ανήκει σε δύο γονείς και μεταβιβάζεται στο παιδί τους, η αξία αυτή ανέρχεται στις 630.000 ευρώ. Για τις μεγαλύτερης αξίας περιουσίες υπάρχει ανάλογη επιβάρυνση, όχι όμως υπέρμετρη.
Άρθρο 2
Με τις διατάξεις του άρθρου 2 αυξάνεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται στην αλκοόλη και στα αλκοολούχα ποτά καθώς και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται στα καπνοβιομηχανικά προϊόντα. Ειδικότερα:
Με τις διατάξεις των παραγράφων 1 , 2 και 3 αυξάνεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στην αιθυλική αλκοόλη και στα αλκοολούχα ποτά. Η αύξηση αυτή κρίθηκε σκόπιμη, προκειμένου να αυξηθούν τα έσοδα του προϋπολογισμού και παράλληλα να προσεγγίσει η Ελλάδα, το μέσο όρο φορολογίας που ισχύει σε κοινοτικό επίπεδο στα αλκοολούχα προϊόντα. Η επιβάρυνση από την αύξηση αυτή ανέρχεται ανά φιάλη σε 0,91 ευρώ για την αλκοόλη και τα αλκοολούχα ποτά (ουΐσκι, βότκα, τζιν κ.λ.π) , ενώ για το ούζο, τσίπουρο, τσικουδιά η επιβάρυνση περιορίζεται σε 0,45 ευρώ και για την φιάλη μπύρας από 0,009 έως 0,02 ευρώ.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 αναπροσαρμόζεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται στα καπνοβιομηχανικά προϊόντα. Συγκεκριμένα αυξάνεται ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης από 57,5% σε 63% και του παγίου στοιχείου από 5% σε 7,5%, ενώ παράλληλα μειώνεται ο ελάχιστος ειδικός φόρος κατανάλωσης από 80% σε 75%. Επίσης αυξάνεται από 10% -12% ο φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται στα πούρα και στον καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων.
Η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί αφενός στην αύξηση των εσόδων του προϋπολογισμού και αφετέρου μέσω της αυξημένης τιμής της δημιουργίας αντικινήτρου κατανάλωσης για σκοπούς προστασίας της δημόσιας υγείας. Επίσης με την αναπροσαρμογή αυτή του φόρου επιτυγχάνεται:
- Η μη νόθευση του υγιούς ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών τσιγάρων που ανήκουν στην ίδια ομάδα.
- Η διατήρηση στα ίδια επίπεδα της διαφοράς των τιμών που υπήρχε μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών τσιγάρων πριν την αύξηση του φόρου.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση τα ακριβά τσιγάρα πλήττονται περισσότερο σε σχέση με τα τσιγάρα που έχουν χαμηλή τιμή. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η επιβάρυνση από την αύξηση της φορολογίας ανά πακέτο 20 τσιγάρων ανέρχεται σε 0,15 μέχρι 0,19 ευρώ για τα φθηνά τσιγάρα και από 0,20 μέχρι 0,34 ευρώ για τα ακριβά.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 ορίζεται ότι η ισχύς των διατάξεων των παραγράφων 1, 2 και 3 του άρθρου αυτού αρχίζει από 8.1.2010 και οι διατάξεις της παραγράφου 4 από την ημερομηνία συζήτησης του σχεδίου νόμου στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής.
Άρθρο 3
Με τις διατάξεις του άρθρου 3 ορίζεται η ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος του, εκτός από τις περιπτώσεις που ορίζεται διαφορετικά στις επί μέρους διατάξεις του.
Αυτά επιδιώκονται με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου και παρακαλείται η Εθνική Αντιπροσωπεία για την ψήφισή του."